Πληροφορίες

Σκηνοθέτης: Istvan Szabo
Σενάριο: Peter Dobai, Istvan Szabo (Βασισμένο στο μυθιστόρημα του Klaus Mann)
Φωτογραφία: Lajos Koltai
Μουσική: Zdenko Tamassy
Ηθοποιοί: Klaus Maria Brandauer, Krystyna Janda, Ildiko Bansagi, Karin Boyd
Βραβεία: Oscar καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας, Βραβείο σεναρίου και βραβείο FIPRESCI στο φεστιβάλ Καννών, Βραβείο καλύτερου ξένου ηθοποιού και βραβείο καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας David di Donatello από την Ιταλική ακαδημία κινηματογράφου κ.α.
Τοποθεσία: Ουγγαρία 1981
Διάρκεια: 144’

Βρισκόμαστε στη Γερμανία του μεσοπολέμου. Ο Henrik Hoefgen (Klaus Maria Brandauer) είναι ένας πολύ ταλαντούχος ηθοποιός που ανήκει σε ένα μικρό και άσημο θίασο της πόλης του Αμβούργου. Παθιασμένος με το επαναστατικό θέατρο και τον μπολσεβικισμό, στα όρια του απόλυτου δογματισμού, ο Henrik φιλοδοξεί να μεταβιβάσει τις πολιτικές του θέσεις στο κοινό μέσα από ριζοσπαστικές θεατρικές φόρμες, αλλά και να ξεφύγει από τη μιζέρια της επαρχίας. Η καταξίωση του σε τοπικό επίπεδο, αλλά και ο «βολικός» γάμος του με μια σύζυγο αστικής καταγωγής και φιλελεύθερης ιδεολογίας, θα τον βοηθήσουν να ικανοποιήσει τον μεγαλοϊδεατισμό του και να προσληφθεί στο θέατρο του Βερολίνου, όπου θα έχει την ευκαιρία να υποδυθεί πλήθος ρόλων, με κορυφαία στιγμή του την ερμηνεία του στο ρόλο του Μεφιστοφελή από τον Φάουστ του Γκαίτε. Όταν το ναζιστικό κόμμα θα έχει πλέον καταλάβει την εξουσία, ο Henrik θα κάνει σταδιακά μια σειρά από ιδεολογικές εκπτώσεις, για να εξασφαλίσει την καλλιτεχνική του ανέλιξη μέχρι τη θέση του διευθυντή του θεάτρου, μετατρέποντας όμως έτσι τον εαυτό του σε φερέφωνο της ρατσιστικής χιτλερικής προπαγάνδας. Διασκευάζοντας το μυθιστόρημα του Klaus Mann, ο Istvan Szabo γύρισε μια ταινία σταθμό στη φιλμογραφία του, δίνοντας παράλληλα την ευκαιρία στον  Klaus Maria Brandauer να δώσει την ερμηνεία της ζωής του στον κεντρικό ρόλο.

Το βασικό σεναριακό εύρημα της ταινίας, βρίσκεται στο ότι τα όρια της θεατρικής σκηνής γίνονται δυσδιάκριτα και επεκτείνονται στην πραγματική ζωή του ήρωα μας. Τα σύνορα μεταξύ ζωής και τέχνης καταρρέουν αφού όπως στο θέατρο, έτσι και στον αληθινό κόσμο, ο Henrik  απεκδύεται της πολιτικής και ηθικής του ταυτότητας, προκειμένου να γίνει αποδεκτός στην ελίτ του ναζιστικού εκτρώματος. Χαρακτηριστικό είναι το ότι ο γερμανός πρωθυπουργός τον αποκαλεί Μεφιστοφελή ή και Άμλετ, ακόμα και στις μεταξύ τους συζητήσεις, ενώ ενδεικτική της παράστασης που δίνει καθημερινά είναι και η πρόβα που κάνει χρησιμοποιώντας μια κρεμάστρα, έτσι ώστε η χειραψία του να είναι πιο δυνατή. Όπως ο Φάουστ πουλάει την ψυχή του στο Μεφιστοφελή (διάβολο) προκειμένου να τον ξανακάνει νέο, έτσι και ο ήρωας μας σε μια σύγχρονη εκδοχή του ίδιου μύθου, πουλάει την ψυχή του στο καθεστώς εναλλάσσοντας συνεχώς ρόλους (Μεφιστοφελής-Φάουστ) μεταξύ σκηνής και ζωής. Ο δημιουργός χτίζει με μαεστρία το δίλλημα που αντιμετωπίζει κάθε καλλιτέχνης, ανάμεσα στο συμβιβασμό με την κάθε μορφής εξουσία και σε μια ανεξάρτητη και αυτόνομη πορεία.

Η αισθητική της ταινίας χαρακτηρίζεται από μια υποβλητική έγχρωμη φωτογραφία με γαλακτώδεις φωτισμούς, η οποία σε συνδυασμό και με την βαριά σε μπαρόκ τόνους σκηνογραφία ανασύστασης της εποχής, τονίζει την κυριαρχία ενός ανυπέρβλητου πολιτισμικού και πολιτικού σκοταδισμού. Η ταινία βρύθει άλλωστε από αναφορές σε εκτελέσεις, εξορίες, φυλετικές διακρίσεις, αλλά και σε ιστορικά γεγονότα, όπως ο εμπρησμός του γερμανικού κοινοβουλίου (Reichstag) από τους ναζί. Συγκλονιστική είναι επίσης και η σκηνή της στρατιωτικού τύπου εκπαίδευσης παιδιών, ενταγμένων στη χιτλερική νεολαία. Η χρήση του φωτός επεκτείνεται σημειολογικά και στο εσωτερικό της ταινίας: Ο Henrik σκηνοθετώντας μια καινοτόμα παράσταση στο θέατρο του Αμβούργου, σκοπεύει να τυφλώνει στιγμιαία με έναν προβολέα το κοινό, ώστε με τον τρόπο αυτό να γίνουν και οι θεατές μέρος του δρώμενου, καταργώντας έτσι τα όρια ανάμεσα στο πραγματικό και το φανταστικό. Στη συνέχεια όμως ο Szabo θα τυφλώσει εκείνος με προβολείς τον τραγικό μας ήρωα, τόσο στη σκηνή της προπαγανδιστικής συνέντευξης στους αμερικάνους δημοσιογράφους, όσο και στη σκηνή του φινάλε στην αρένα, εκφράζοντας έτσι την σύγχυση ρόλου και ταυτότητας την οποία βιώνει ο Henrik, αλλά και τον κόσμο των ψευδαισθήσεων στον οποίο βρίσκεται. Ενδεικτικός ως προς τα παραπάνω είναι και ο σουρεαλιστικός, «φελινικού» τύπου κυκλικός χορός των μασκαρεμένων, στη σκηνή της δεξίωσης προς το τέλος της ταινίας.

Ξεχωριστή αξία μέσα στο συνολικά σπουδαίο αυτό φιλμ, έχει η σκηνή του μαθήματος χορού ανάμεσα στον Henrik και την ερωμένη του έγχρωμη γερμανίδα Juliette (Karin Boyd). Πρόκειται για μια τολμηρή στιγμή μεγάλης έντασης, στην οποία παντρεύονται η ερωτική έξαψη με την ανάγκη έκφρασης της καλλιτεχνικής δημιουργικότητας. Σώμα και πνεύμα σε μια εκρηκτική αρμονία:

Κι εγώ είμαι από σάρκα και κόκαλα. Τα φρύδια μου και τα νύχια μου είναι σαν τα δικά σου. Κι εγώ νοιώθω σαν εσένα, πεινάω και διψάω. Ξέρω πως υπάρχουν Φιλισταίοι και Κομμουνιστές. Τα μάτια μου όμως δεν είναι δικά μου μάτια. Ούτε το πρόσωπο μου είναι το δικό μου. Ούτε το όνομα μου είναι δικό μου γιατί είμαι ηθοποιός. Ξέρεις τι σημαίνει ηθοποιός; Ο ηθοποιός δεν είναι παρά μια μάσκα.

.                                                                                                                                                                Henrik

Κείμενο: Δημητρίου Κων/νος (Μέλος Κ.Ο.Π.Ι.)