Πληροφορίες

Σκηνοθέτης: Sam Peckinpah
Σενάριο: Rudy Wurlitzer
Φωτογραφία: John Coquillon
Μουσική: Bob Dylan
Ηθοποιοί: James Coburn, Kris Kristofferson, Bob Dylan, Slim Pickens, Jason Robards
Τοποθεσία: Η.Π.Α., 1973
Διάρκεια: 122'

«Η ταινία ήταν η ιστορία μιας εποχής –ενός θρύλου- κι όχι ιστορία δύο πιστολάδων.»

Sam Peckinpah

Και αυτό ακριβώς κατάφερε ο σκηνοθέτης σε μία από τις σπουδαιότερες και ίσως πιο προσωπικές ταινίες που έχει σκηνοθετήσει. Με μια πρώτη ανάγνωση το απαίδευτο μάτι θα αρκεστεί σε άλλη μια κλισέ ταινία της Δύσης. Όμως εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με την γνωστή ιστορία κυνηγητού ανάμεσα σε κλέφτες και σερίφηδες. Βεβαίως, και εδώ εξακολουθεί να υπάρχει η φόρμα, μα μόνο ως κάλυμμα για αυτά που θέλει να πει ο σκηνοθέτης μέσα από τις πράξεις και τα λόγια των πρωταγωνιστών του. Η αλήθεια είναι πως η ταινία αναφέρεται σε μια μεγάλη αλλαγή που συντελέστηκε γύρω στο 1880, χρονολογία εξέλιξης της ταινίας. Το πρίσμα όμως είναι που διαφέρει. Ο σκηνοθέτης απομονώνει τα δύο κεντρικά πρόσωπα και αναλύει τις επιδράσεις της αλλαγής αυτής παρατηρώντας τα αντανακλαστικά τους.

Η ταινία ανοίγει με την σκηνή θανάτου του Pat Garrett. Για την ακρίβεια δολοφονίας του. Δολοφονείται από τους άντρες του γαιοκτήμονα Chisum. Αυτό θα είναι το τέλος του πρώην σερίφη Pat Garrett. Ο σκηνοθέτης επιλέγει να δείξει την κατάληξή του αποκρύπτοντας ταυτόχρονα τα αίτια που τον οδήγησαν σε ένα τέτοιο τέλος. Και όμως δεν είναι εκεί το ενδιαφέρον της ταινίας. Θα δούμε τις δύο επιλογές που είχε όποιος έζησε εκείνη την εποχή στην Δύση, μέσα από τους εκφραστές της στην ταινία, τον σερίφη Pat Garrett και τον παλιό φίλο του Billy the Kid.  Ήταν μια εποχή αλλαγών. Η άλλοτε σκληρή μα δεμένη με τους δικούς της κανόνες ηθικής Δύση, παραχωρούσε την θέση της στην δομή της σύγχρονης δυτικής ιεραρχίας. Από την μια βρίσκεται ο Pat που βλέπει ως ασφαλέστερη επιλογή να πάρει το μέρος των γαιοκτημόνων και των πολιτικών, ενώ από την άλλη ο Billy αρνείται πεισματικά να προδώσει όσα αυτός θεωρεί πως αξίζουν και δεν διστάζει να έρθει σε  ρήξη με τον παλιό του φίλο.

Είναι αξιοθαύμαστο πως με μια τόσο ασήμαντη πλοκή ο σκηνοθέτης καταφέρνει να αποτυπώσει όλη την αγωνία και την αβεβαιότητα μιας ρευστής κατάστασης. Πράγματι, μπορούμε να συνοψίσουμε τα συμβάντα στα παρακάτω. Ο νέος σερίφης Pat Garrett λαμβάνει την εντολή από τον γαιοκτήμονα Chisum να πιάσει τον Billy. Ο σερίφης πράττει όπως του προστάζει το καθήκον και οι ανώτεροί του. Χάρη στα όσα περάσανε μαζί τόσα χρόνια, ο Pat κρύβει ένα περίστροφο κάτω από μερικές εφημερίδες, βοηθώντας έτσι τον Billy να δραπετεύσει. Ο Billy όμως δεν ακολουθεί την συμβουλή και δεν χρησιμοποιεί την βοήθεια του φίλου του όπως θα έπρεπε. Ο Pat πλέον δεν έχει άλλη επιλογή από το να τον κυνηγήσει μέχρι τέλους. Όσο ξαφνικά θα “φύγει” ο Billy, άλλο τόσο σταθερά θα φύγει και ο Pat το χάραμα, έχοντας ένα μεγάλο κενό που μένει να γιγαντωθεί και να τον καταστρέψει τελικά.

Όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, κύριος άξονας του φιλμ είναι η δίνη από την οποία παλεύουν να ξεφύγουν νόμιμοι και παράνομοι, αθώοι και ένοχοι της Δύσης. Μια δίνη η οποία απειλεί να ανατρέψει το ταμπλό που έστησαν και έπαιζαν λίγοι, αλλά με κανόνες. Οι νέοι παίκτες φαίνονται απόμακροι έως άφαντοι και όμως το όνομά τους συνδέεται με σχεδόν οτιδήποτε συμβαίνει. Όπως οι μαριονέτες είναι υπό τον πλήρη έλεγχο του δημιουργού τους, έτσι και στην ταινία τα πρόσωπα δεν έχουν την δυνατότητα να ξεφύγουν της όποιας κατάληξής τους, ουσιαστικά με τις επιλογές τους προδιαγράφουν το τέλος τους.

Την ίδια ασφυξία θα ένιωθαν και οι πραγματικοί ήρωες εκείνης της εποχής. Σε μια τέτοια παράτολμη απόφαση, κανείς δεν είναι κερδισμένος. Μερικοί θα εμείνουν στις θέσεις τους πιστοί σε όσα πιστεύουν, ενώ βλέπουν το τέλος να τους πλησιάζει, ενώ άλλοι θα φερθούν με μεγαλύτερη σύνεση και θα υποταχθούν επιβιώνοντας, μόνο όμως για όσο παραμένουν χρήσιμοι. Όπως βλέπουμε στα δύο άκρα της ταινίας σημασία δεν έχει από ποια πλευρά κοιτάζει κανείς την μπόρα που έρχεται, αργά ή γρήγορα θα βρέξει και κανένας δεν θα μπορέσει να το αλλάξει. Το μόνο που μένει να κάνει κανείς είναι να βρει το καλύτερο δυνατό καταφύγιο. Ο Pat κοιτάζει πιο μακριά με μια κρυφή ελπίδα πως δεν θα δυσαρεστήσει αυτούς για τους οποίους δουλεύει. Ο Billy θα αποδειχθεί πως ενσαρκώνει την νεανική παρορμητικότητα, ενεργώντας αναλόγως την διάθεση αφού γνωρίζει πως δεν θα μπορέσει να ξεφύγει από ό,τι του επιφυλάσσει το μέλλον.

Χαρακτηριστικές είναι οι σκηνές που ανοίγουν και κλείνουν την ταινία. Και στις δύο πρωταγωνιστεί ο σερίφης Pat Garrett. Με μια διακριτική ειρωνεία ο σκηνοθέτης μας παρουσιάζει στο τέλος τον Pat να φεύγει μιας και έχει ολοκληρώσει την αποστολή του. Μια αποστολή που θα τον βασανίζει κάθε λεπτό, ξεκινώντας την στιγμή κιόλας που σκοτώνει τον Billy. Όλα αυτά για να έρθει η λυτρωτική στιγμή που ανοίγει η ταινία και ο Pat, αρκετά μεγάλος πια, θα πάρει την θέση του Billy, για να συνεχίσει ανενόχλητη αυτή η επανάληψη. Ο νόμος πλέον θα αφήνεται στα χέρια λίγων, δίπλα στους τίτλους ιδιοκτησίας και τις οργανωμένες συμμορίες. Ο Pat θα φύγει ξημερώματα, υπό το εξεταστικό βλέμμα ενός ολόκληρου χωριού και  με τον Bob Dylan να τραγουδά το ύστατο άσμα για μια εποχή που δολοφονήθηκε και πουλήθηκε.

Κείμενο: Γιώργος Στογιαννίδης (Μέλος Κ.Ο.Π.Ι.)