Ένας τυχαίος, άγνωστος τύπος που κατεβαίνει από το τρένο σε μια άγνωστη πόλη δέχεται βίαιη επίθεση από συμμορία χουλιγκάνων. Στο νοσοκομείο διαπιστώνεται ο κλινικός του θάνατος. Όμως, εκείνος νεκρανασταίνεται και με μπανταρισμένο πρόσωπο καταλήγει στον σκουπιδοτενεκέ την πόλης. Μια οικογένεια άστεγων και περιφρονημένων τον περιθάλπει και μια ομάδα του Στρατού Σωτηρίας τού προσφέρει ένα πιάτο ζεστή σούπα και ένα χρησιμοποιημένο κοστούμι. Κανείς δεν ξέρει το όνομά του, το επάγγελμά του, τον προορισμό του και το παρελθόν του. Ούτε εκείνοι ούτε ο ίδιος. Η μνήμη του μοιάζει με κοντέρ. Μηδενίζει τα χιλιόμετρα και αρπάζει την δεύτερη ευκαιρία.
Ο απλός άνθρωπος είναι στο επίκεντρο των ταινιών του Φινλανδού σκηνοθέτη Aki Kaurismaki. Ο άνθρωπος όμως τοποθετημένος σ’ ένα συγκεκριμένο κοινωνικό περιβάλλον. Ο Kaurismaki παραμένει ένας μοναχικός, πρωτότυπος σκηνοθέτης που αντιμετωπίζει το θέμα του με λιτότητα, αντικειμενικότητα κι ένα ιδιόμορφο, απολαυστικό χιούμορ.
Όπως και οι λιγομίλητοι χαρακτήρες του, ο Kaurismaki δεν επιλέγει να μιλήσει κατευθείαν για τις απόψεις του πάνω στην πολιτική και την κοινωνία. Αντ’ αυτού λέει μόνο: «Η αντίληψή μου για την κατάσταση της κοινωνίας, την ηθική και την αγάπη φαίνεται στην ίδια την ταινία»
Το κεντρικό μήνυμα, αυτής της πλούσιας θεματικά, ταινίας είναι η σημασία της κοινωνίας. Μέσα από αυτή την απλή, συγκινητική, δοσμένη με ζεστασιά και σουρεαλιστικές εικόνες, με μια όμως δόση μελαγχολίας, ιστορία έρωτα κι αλληλεγγύης, ο Kaurismaki κάνει και μια καυστική κριτική ενός κοινωνικού συστήματος που αδιαφορεί για το άτομο και την τύχη του. Από τις πρώτες σκηνές της επίθεσης και της ληστείας μέχρι τις σκηνές όπου ο ήρωας συλλαμβάνεται επειδή βρέθηκε τυχαία στην τράπεζα στη διάρκεια μιας ληστείας και κρατείται στο τμήμα με διάφορες παράλογες δικαιολογίες. Δηλαδή, ο ήρωας μειώνεται τραυματισμένος, χωρίς χρήματα και φίλους, σε μια άγνωστη πόλη. Η προσαρμογή του στην κοινωνία έγινε με την βοήθεια μιας ομάδας άπορων ανθρώπων, νέων φίλων και γειτόνων, και γίνεται ικανός να ξαναφτιάξει την ζωή του. Η αμνησία , επίσης, είναι μια δραματική κατάσταση που συμβαίνει στον πρωταγωνιστή. Η έλλειψη της ταυτότητας του γίνεται ένας μηχανισμός, με τον οποίο ο Kaurismaki εξερευνεί την φύση της ταυτότητας , η οποία προέρχεται από την κοινωνία.
Την ίδια στιγμή, ο Kaurismaki κατηγορεί την κοινωνία για την σκληρή και απάνθρωπη αδιαφορία της. Η αντιμετώπιση του ήρωα, από όλα τα επίπεδα της κοινωνίας, χαρακτηρίζεται από ανικανότητα, γελοίες γραφειοκρατικές συστολές και αναισθησία. Από τους γιατρούς και τις νοσοκόμες που τον βγάζουν νεκρό, στους αστυνομικούς που τον απειλούν με τρεις μήνες περιορισμό λόγω έλλειψης ονόματος. Ο Kaurismaki πιστεύει καθαρά πως το τείχος προστασίας της κοινωνίας είναι ανύπαρκτο, και ο πλούτος και η γραφειοκρατία εντελώς διεφθαρμένοι.
Στις πολλές αρετές της ταινίας του και οι ερμηνείες των δύο θαυμάσιων ηθοποιών του: του Markku Peltola, που έχει κάτι από την έκφραση των κωμικών του βουβού κινηματογράφου και της Kati Outinen, που μάλιστα κέρδισε το βραβείο ερμηνείας στις Κάννες. Μια ταινία που δείχνει το σωστό δρόμο που πρέπει ν’ ακολουθήσει ο κινηματογράφος αν θέλει να είναι ζωντανός και ανθρώπινος.
Ο σκηνοθέτης περιγράφει ο ίδιος το έργο του με τα παρακάτω λόγια: «Ένας άνθρωπος χωρίς όνομα φτάνει στην πόλη και από την πρώτη στιγμή τον χτυπούν θανάσιμα. Εδώ αρχίζει αυτό το επικό δράμα, φιλμ ή καλύτερα όνειρο μοναχικών καρδιών με άδειες τσέπες ή καλύτερα πουλιών, κάτω από τον μεγάλο ουρανό του Κυρίου μας.» και συμπληρώνει: «Οι κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές απόψεις μου για την κατάσταση της κοινωνίας, την ηθική και τον έρωτα μπορούν να βρεθούν μέσα στην ίδια την ταινία».
(δήλωση του Aki Kaurismaki στο Φεστιβάλ Καννών)