Πληροφορίες

Σκηνοθέτης: Patrice Chereau
Σενάριο: Philippe Besson, Patrice Chereau, Anne-Louise Trividic βασισμένο στο ομότιτλο μυθ. τού Philippe Besson
Φωτογραφία: Eric Gautier
Ηθοποιοί: Bruno Todeschini, Eric Caravaca, Sylvain Jacques, Nathalie Boutefeu, Catherine Ferran, Antoinette Moya, Fred Ulysse, Robinson Stevenin, Maurice Garrel.
Διάρκεια: 92'
Τοποθεσία: Γαλλία, 2003

Η ταινία Son Frere είναι για το σώμα, για την διάλυση ενός σώματος και για τα πρόσωπα. Είναι μια ταινία για την σιωπή και την εξ’ ανάγκης φλυαρία. Ψηλαφά το δέρμα, τα διπλώματα του, τις ρυτίδες, τα αυλάκια, τα μαλλιά και τις σταγόνες του ιδρώτα. Είναι επίσης μια εξερεύνηση των μωλώπων, τον κοκκινισμένων υλών, του πύου, των στιγμάτων στα σεντόνια. Είναι η ζωή ακίνητη -η Νεκρή φύση. Αφηγούμενος την ιστορία δύο αδελφών από την σκοπιά του ενός, του Luc, ο βραβευμένος στο Φεστιβάλ Βερολίνου Γάλλος σκηνοθέτης Patrice Chereau διερευνά τις αντανακλάσεις ενός επερχόμενου θανάτου στην γεμάτη συναίσθημα σχέση των δύο προσώπων.

Έχουμε μια κλασική περίπτωση δυο αδερφών που ο ένας ζηλεύει τον άλλο. Η μεροληπτική συμπεριφορά του πατέρα υπέρ του ενός γιου, κάνει τον άλλο να αισθάνεται παραπεταμένος,. Ο Luc ζητάει την προσοχή του μεγάλου του αδερφού και την αποκτάει μόνο όταν ο Thomas αποφασίζει να απευθυνθεί σ’ αυτόν για συμπαράσταση λόγω της αρρώστιας του. Τα αιμοπετάλια του Thomas είναι χαμηλά και πέφτουν συνεχώς, ακόμη και ύστερα από μια εγχείρηση που υφίσταται, οι γιατροί του αποκαλύπτουν ότι δυστυχώς η αιτία της αρρώστιας δεν μπορεί να βρεθεί και αυτό σημαίνει ότι δεν θα έρθει ποτέ η ίαση. Φυσικά, ο Thomas θα μπορέσει να ζήσει μια σχετικά φυσιολογική ζωή, αλλά μια αιμορραγία θα μπορούσε να αποβεί μοιραία.

Οι σχέσεις των δυο είναι περίεργες, δύσκολα έρχεται η ποθητή ισορροπία. Ο ένας, (ο Λυκά) μέσα από το βλέμμα του οποίου καταγράφονται τα γεγονότα, είναι ο υγιής, ενώ ο άλλος, ο αδελφός του, πεθαίνει. Ο Λυκά είναι ομοφυλόφιλος, ο Τομά ετεροφυλόφιλος, και τα τελευταία χρόνια τα δυο αδέλφια δεν έχουν στενές σχέσεις, ο καθένας ζει τη ζωή του, ως που ο Τομά ζητά τη βοήθεια του αδελφού του σ’ αυτή τη δύσκολή στιγμή, αφού πρόκειται να πεθάνει. Τεταμένη η ατμόσφαιρα εσωτερικά και εξωτερικά. Οι δυο αδελφοί προσπαθούν να ξαναβρούν τη χαμένη επικοινωνία και να αντέξουν το θλιβερό περιβάλλον του νοσοκομείου. Μια ταινία που μας παρουσιάζει με ντοκυμαντερίστικο σχεδόν τρόπο τη διαδικασία της εισαγωγής και της διαμονής στο νοσοκομείο. Ανατριχιαστική πιστότητα, οι πράσινες φόρμες των νοσοκόμων, η ψυχρή τους ευγένεια, η αποστασιοποίηση των γιατρών και η βουβή κραυγή αυτών που αισθάνονται αδικημένοι, γιατί η ζωή δεν θέλησε να τους αγκαλιάσει.

Τα χρώματα ακολουθούν την εσωτερική ψυχολογία των ηρώων. Άλλοτε μουντά, άλλοτε οι έντονες αντιθέσεις μας τυφλώνουν. Σκιές, πολλές σκιές. Και η λαμπερή γαλάζια θάλασσα θυμίζει στον άρρωστο ότι δεν θα τη χαίρεται για πολύ. Η σεκάνς της αιμορραγίας είναι εκπληκτική. Δυνατή στην ηρεμία και την απλότητά της. Η αθωότητα του μικρού κοριτσιού που δεν φοβάται το αίμα που τρέχει στο χώμα. Δεν ξέρει ακόμη τι ακριβώς σημαίνει…

Η ταινία κινείται σε δύο χρόνους. Αρχίζει με τους δυο αδελφούς συμφιλιωμένους, μετά μας εισάγει στην ιστορία του νοσοκομείου και της συμφιλίωσης και μετά γυρνάμε ξανά στην αρχή, οι πρώτες διακοπές τους μαζί δίπλα στη θάλασσα. Οι πρώτες κοινές συζητήσεις και ίσως οι τελευταίες.Ο ρυθμός της ταινίας είναι απολύτως ταιριαστός με το θέμα της και την εσωτερική πορεία των πραγμάτων. Αποδοχή της αρρώστιας, προσπάθεια ίασης και τέλος αδυναμία να επαναπαυτεί ο ήρωας στα χέρια της μοίρας. «Ονειρεύτηκα ότι έφαγα ένα καπέλο», λέει. Είναι χαρούμενος, γιατί ξέρει ότι όσα γεύεται δεν θα είναι κοντά του για πολύ. Το μυθιστόρημα του Philippe Besson αποτέλεσε άριστο υλικό γι’ αυτή την ποιητική ταινία. Μια ταινία πάνω στα σώματα, την αποδιοργάνωση ενός σώματος, τη μεταμόρφωση των προσώπων. Μια ταινία πάνω στο χώρο που κατέχουν τα σώματα. Μια ταινία για τη σιωπή και τη λογόρροια.