Πληροφορίες

Σκηνοθέτης: Lars Von Trier
Σενάριο: Lars Von Trier
Φωτογραφία: Robby Müller
Μουσική: Joachim Holbek
Ηθοποιοί: Emily Watson, Stellan Skarsgård, Katrin Cartlidge, Jean-Marc Barr, Udo Kier
Βραβεία: Grand Prize of the Jury – Φεστιβάλ των Καννών
Διάρκεια: 158’
Τοποθεσία: Δανία, 1996

Ύστερα από την πρώτη τριλογία του με όνομα Europe Trilogy, ο Lars Von Trier επιστρέφει με μια δεύτερη με όνομα Golden Heart Trilogy, μια τριλογία στην οποία παρουσιάζει τα «θύματα» του να διατηρούν την αγνότητα της ψυχής παρά τις βίαιες και αποτρόπαιες συνθήκες που βιώνουν. Το Breaking the Waves είναι η πρώτη ταινία της τριλογίας- «επανάστασης» που φτιάχτηκε με διάθεση να αποδομήσει τις κυρίαρχες νόρμες του κινηματογράφου αλλά και να πλήξει αξίες επαναπροσδιορίζοντας τες.

Η ταινία είναι ριζοσπαστική τόσο σε μορφή όσο και περιεχόμενο. Με την εφεύρεση του «Δόγματος 95» σε συνεργασία με τον Thomas Vinterberg, εισάγουν ένα νέο είδος κινηματογράφησης, ισοπεδώνοντας τα παραδοσιακά πρότυπα, την αυστηρότητα  των δομών, δίνοντας νέα αίσθηση των αντικειμένων ενισχύοντας την «άμεση εμπειρία» μέσα από την όσο δυνατόν περισσότερη διατήρηση της φυσικότητας των αντικειμένων και της αντίληψης. Η κάμερα στο χέρι, οι φυσικοί φωτισμοί, η επιλογή των χώρων λήψης και η αυστηρότητα στο να διατηρηθούν αυτούσιοι δίχως παρέμβαση του σκηνοθέτη καθώς επίσης και η απουσία μουσικής και ηχητικών εφέ παρά μόνον αν πρόκειται για φυσικούς ήχους, είναι κάποια από τα χαρακτηριστικά του κινήματος και υιοθετούνται στο Breaking the Waves, ωστόσο όχι με αυστηρότητα, ώστε τελικά η πρώτη περισσότερο γνήσια δογματική ταινία είναι το “The Idiots” του 1998.

Το Breaking the Waves είναι η ιστορία της Bess McNeil η οποία παντρεύεται παρά την αποδοκιμασία της κοινωνίας και της Καλβινικής εκκλησίας, τον Jan που εργάζεται σε μια εξέδρα άντλησης πετρελαίου. Η Bess επισκέπτεται συχνά της εκκλησία συνομιλώντας με τον Θεό, τον οποίο έχει ισχυρά εσωτερικεύσει ώστε τον ακούει να της μιλάει μέσα από την δική της φωνή. Η Bess δυσκολεύεται να ζήσει μακριά από τον Jan όταν αυτός λείπει δουλεύοντας στην πλατφόρμα πετρελαίου. Καθώς οι δυο ερωτευμένοι διατηρούν μια τηλεφωνική σχέση το πάθος μεγαλώνει, ώσπου ο Jan παθαίνει ένα ατύχημα και μένει παράλυτος. Ο Jan επιστρέφει και η Bess σοκαρισμένη ενοχοποιεί τον εαυτό της για το ατύχημα του άντρα της, κατηγορώντας την ίδια για τις προσευχές της με τις οποίες πιστεύει πως κατάφερε να τον φέρει κοντά της προκαλώντας αυτό το απαίσιο ατύχημα. Ο Jan όντας πλέον παράλυτος συνειδητοποιεί πως δεν μπορεί να ικανοποιήσει την γυναίκα του και την προτρέπει να αναζητήσει έναν ερωτικό σύντροφο και να του διηγείται ύστερα τις εμπειρίες της. Η Bess παρά την άρνηση και απροθυμία της να βρει κάποιον άλλον στην θέση του Jan, ερμηνεύει την δράση αυτή ως θέλημα Θεού προκειμένου να κρατήσει τον άντρα της ζωντανό.

Η ταινία είναι μια σύγχυση μεταξύ του καλού και του κακού, ένας ύμνος για την αγάπη και την αυτοθυσία, μια βίαιη σκιαγράφηση της κοινωνίας και των «οργάνων» της που υποτάσσουν εκβιαστικά με τον τρόμο της τιμωρίας. Ο Θεός της Bess δεν είναι άλλος από την ίδια την ενοχή της, που τιμωρεί και επιβάλλει να επανορθώσεις με κάθε τίμημα και κόστος. Τα στιγμιότυπα της εξομολόγησης της Bess απέναντι στον Θεό είναι άκρως συγκλονιστικά ακριβώς επειδή βλέπουμε έναν άνθρωπο να μιλάει με τον ενοχικό εαυτό του, έναν εαυτό στον οποίο αντικατοπτρίζεται η κοινωνία του κακού που επικαλείται το καλό, έναν άνθρωπο  να λογοδοτεί για τις πράξεις και τις προθέσεις του απέναντι στον «τιμωρό» του. Η Bess είναι ένας χαρακτήρας σε σύγχυση, δέσμια της θρησκευτικότητας της και της αγάπης της για τον Jan την οποία ακόμα κι εδώ χρειάζεται κάποιος να της υπαγορεύσει πώς να διαχειριστεί. Η Bess επιπλέον μοιάζει με ένα μικρό παιδί που ξεκινά να εξερευνεί τον κόσμο, αμφιταλαντεύεται μεταξύ του «τι είμαι» και του «τι προσδοκούν οι άλλοι να είμαι» και όταν αποτυγχάνει πνίγεται τόσο στην ενοχή της που αυτοτιμωρείται επινοώντας νέες σχέσεις για τον κόσμο (π.χ. η σκέψη πως το αίτημα του άντρα της είναι θέλημα Θεού) προκειμένου να τον ερμηνεύσει .

Το κομβικό στοιχείο στην ταινία είναι η αποδόμηση της καθιερωμένης έννοιας του καλού στην μοντέρνα κοινωνία και οι προεκτάσεις της. Η Bess είναι καλή αλλά όχι απαραίτητα, αντιστοίχως και για τον αυστηρό κοινωνικό της περίγυρο. Οι καλές προθέσεις της ηρωίδας αποδείχθηκαν μοιραίες την στιγμή που η φωνή της κοινωνίας όσο εξουσιαστική κι αν είναι, θα μπορούσε να την είχε προστατεύσει. Στο Breaking the Waves το καλό και το κακό είναι υπόθεση αέναης πάλης,  όμως πέρα από αυτό βλέπουμε πως η αγάπη της Bess παρόλο που καθοδηγούταν από τις κυρίαρχες αξίες της συντηρητικής εκκλησίας, είναι η ίδια που με την δύναμη της τις διέλυσε. Η ίδια αγάπη για τον άντρα της, τη λύτρωσε και μετά τη σκότωσε.