Η ταινία «Εννιά μέρες ενός χρόνου», αποτελεί όχι απλώς το αριστούργημα του δημιουργού της Mikhail Romm, αλλά ταυτόχρονα και μια από τις πιο επαναστατικές ταινίες του Σοβιετικού σινεμά, που πνίγονταν μέχρι τότε κάτω από τις επιταγές του Σοβιετικού ρεαλισμού. Η εισαγωγή στο φιλμ γίνεται με την κάμερα τοποθετημένη σε αεροπλάνο, να καταγράφει από ψηλά την αχανή και πανέμορφη ρωσική ύπαιθρο. Στη συνέχεια μεταφερόμαστε στο εσωτερικό ενός εργοστασίου πυρηνικών ερευνών, που θα αποτελέσει τον κεντρικό άξονα της ιστορίας μας. Τοίχοι ομοιογενείς, βιομηχανική έως φουτουριστική αισθητική παντού και σιωπή ανάμεσα στους ανθρώπους, που διασπάται απότομα από έναν οξύ προειδοποιητικό συριγμό κινδύνου. Ο Mikhail Romm μας εισάγει με μια ποιητική γλώσσα συμβόλων κατευθείαν στο θέμα το οποίο πραγματεύεται, που δεν είναι άλλο από τους κινδύνους: πραγματιστικούς, ψυχικούς και ηθικούς, που εγκυμονεί ειδικά η πυρηνική ενέργεια αλλά και η ασταμάτητη τεχνολογική πρόοδος γενικότερα.
Τα βασικά πρόσωπα της ταινίας είναι ο Γκούσεφ (Aleksey Batalov), ένας παθιασμένος, ιδεαλιστής πυρηνικός φυσικός και η αγαπημένη του Λιόλια (Tatyana Lavrova), επίσης εργαζόμενη στο εργοστάσιο, που όμως έχει μια πολύ πιο γήινη θεώρηση για τη ζωή και την καθημερινότητα του ζευγαριού. Τελικά η Λιόλια θα αποφασίσει να παντρευτεί τον Γκούσεφ, βιώνοντας την απομόνωση και την αδιαφορία. Ο Γκούσεφ είναι απόλυτα αφοσιωμένος στην ερεύνα του, σε σημείο που φτάνει να διακυβεύσει ακόμα και την ίδια του τη ζωή, δεχόμενος μεγάλες ποσότητες ακτινοβολίας. Αντίθετα η Λιόλια επιθυμεί οικογένεια, παιδιά και κυρίως τον άντρα που αγαπά και θαυμάζει δίπλα της. Εδώ το θηλυκό, όπως συμβαίνει άλλωστε και στις ταινίες του Αντονιόνι, αντιπροσωπεύει την πηγαία και αρχέγονη δύναμη της ζωής, σε αντίθεση με το αδύναμο αρσενικό που χάνεται στις προσωπικές του ονειρώξεις. Σημαντική επίσης είναι και η παρουσία του Κουλίκοφ (Innokendy Smoktunovsky), φίλου και συνεργάτη του Γκούσεφ, που όμως αποτελεί αντίζηλο του στη διεκδίκηση της Λιόλια. Ο Κουλίκοφ, σε αντίθεση με τον Γκούσεφ, ξέρει να απολαμβάνει το φαγητό, τον έρωτα, το χορό, ενώ διατυπώνει και προβληματισμούς σε σχέση με την πνευματική εξέλιξη του ανθρώπινου είδους και κατά συνέπεια τη δυνατότητα διαχείρισης των επιστημονικών του επιτευγμάτων.
Απαραίτητο συνθετικό στοιχείο της ταινίας αποτελεί και η ασπρόμαυρη ατμοσφαιρική φωτογραφία του German Lavrov. Οι ασυνήθιστες γωνίες λήψης, η ιδιότυπη χρήση του γερανού, όπως επίσης και οι εντυπωσιακές φωτοσκιάσεις με τα έντονα κοντράστ, αναδεικνύουν γεωμετρικές συνθέσεις, είδωλα και αντανακλάσεις, χτίζοντας αριστοτεχνικά έναν εφιάλτη τεχνολογικών ψευδαισθήσεων. Το κάδρο αποκτά μια διαφορετική αισθητική αύρα μόνο κατά την 7η μέρα (παραπέμπει στην 7η μέρα της δημιουργίας), από τις 9 που εξιστορεί συνολικά ο δημιουργός, κατά την οποία ο Γκούσεφ επισκέπτεται το χωριό της καταγωγής του, βαριά άρρωστος πλέον. Η τοποθεσία, οι απλοί άνθρωποι και ειδικά ο διάλογος του Γκούσεφ με τον πατέρα του, λειτουργούν ως επιστροφή στη μήτρα, για να τονίσουν τις αρετές του παραδοσιακού, φυσικού τρόπου ζωής, σε μια σεκάνς γεμάτη συγκίνηση για έναν κόσμο που χάνεται στο βάθος της οθόνης κάτω από τα σύννεφα.
Βεβαίως, από μια Σοβιετική ταινία του 1962, δεν θα μπορούσαν να λείπουν οι πολιτικές αναφορές. Η πυρηνική ψυχροπολεμική ισορροπία τρόμου ανάμεσα σε ανατολή και δύση, όπως και η ευρύτερη τεχνολογική εξέλιξη για πολεμικούς σκοπούς, υπογραμμίζονται σε πολλά σημεία του φιλμ που αναφέρονται σε αυτόν τον ιδιαίτερο επιστημονικό ιμπεριαλισμό. Επιπροσθέτως, η ταινία σε συγκεκριμένες στιγμές παίρνει διαστάσεις φιλοσοφικής πολιτικής αλληγορίας, μετατοπίζοντας την αληθινή ουσία του κομμουνισμού από τις βαθιά επιστημονικές αρχές της ταχύτητας, της δύναμης και της παραγωγής, στις πιο ανθρώπινες αξίες της καλοσύνης, της ευγένειας και του μέτρου. Άλλωστε, ένα ακόμη ερώτημα που θέτει η ταινία είναι το αν τελικά τα τεχνολογικά επιτεύγματα αφορούν πραγματικά τη ζωή των πολιτών, ή ικανοποιούν απλώς και μόνο τη ματαιοδοξία μιας επιστημονικής ελίτ, ερμητικά εγκλωβισμένης στον εαυτό της.
Η αγωνία που εξέφρασε ο Mikhail Romm για την επικινδυνότητα της πυρηνικής τεχνολογίας, δυστυχώς επαληθεύθηκε στη Σοβιετική Ένωση μετά από μερικά χρόνια, με το ατύχημα στον πυρηνικό σταθμό του Chernobyl το 1986. Πολλά αντίστοιχα περιστατικά έχουν συμβεί από τότε, με πιο πρόσφατο παράδειγμα το ατύχημα στο πυρηνικό εργοστάσιο της Φουκουσίμα στην Ιαπωνία το 2011. Τα ιστορικά αυτά γεγονότα καθιστούν την ταινία προφητική. Η διάθεση του Γκούσεφ για ζωή και η ενεργοποίηση του έμφυτου ενστίκτου της αυτοσυντήρησης προς το τέλος του φιλμ, δείχνουν το δρόμο που πρέπει να ακολουθήσει η ανθρωπότητα. Παρ’ όλα αυτά, το αινιγματικό φινάλε που δεν μας αποκαλύπτει αν τελικά ο Γκούσεφ επιβιώνει, υποδηλώνει την αμφιβολία του δημιουργού για την τελική έκβαση της πορείας του ανθρώπινου γένους.
Κείμενο: Δημητρίου Κων/νος (Μέλος Κ.Ο.Π.Ι.)