Σε μια ανιαρή επαρχιακή πόλη, πέντε μεσήλικες φίλοι, ο δημοσιογράφος Περότσι, ο αρχιτέκτονας Μελάντρι, ο μπάρμαν Νέκι, ο χειρουργός Σασαρόλι και ο κόμης Μασέτι, περνούν τον καιρό τους κάνοντας φάρσες σε βάρος γνωστών και αγνώστων και αντιμετωπίζοντας τη ζωή σαν σκανταλιάρικα παιδιά, που αρνούνται να ενηλικιωθούν.
Ο αρχιτέκτονας εγκαταλείπει την οικογένειά του για να διασκεδάσει με τους φίλους του ή για να φλερτάρει με μια παντρεμένη, ο χειρουργός αδιαφορεί για τους ασθενείς του, προτιμώντας να πάει να βρει την παρέα του, ο δημοσιογράφος αρνείται να καταλάβει τον χωρίς χιούμορ γιο του, ο ξεπεσμένος κόμης διώχνει την καταπιεστική του οικογένεια για να τα φτιάξει με μια νεαρή χαζούλα. Από τις πιο απολαυστικές στιγμές της ταινίας είναι εκείνη όπου σ’έναν σιδηροδρομικό σταθμό αρχίζουν να χαστουκίζουν τους επιβάτες ενός κινούμενου τρένου που κοιτάνε από τα παράθυρα, καθώς επίσης και εκείνη (που θυμίζει αδερφούς Μαρξ), όπου η παρέα φτάνει σε μια μικρή επαρχιακή πόλη με χάρτες και πείθει τους κατοίκους ότι η πόλη πρέπει να κατεδαφιστεί.
Με αφορμή τις ανατρεπτικές αυτές πλάκες των πέντε φίλων, πλάκες που συχνά αγγίζουν το μαύρο χιούμορ, ο σκηνοθέτης κάνει ταυτόχρονα και ένα σχόλιο, συχνά πικρόγλυκο, πάνω στη φιλία, τη μοναξιά και το θάνατο. Η ταινία δεν προσφεύγει στο χιούμορ για να αντέξει την πραγματικότητα. Το φορτίο των φίλων είναι βαρύ: Χρέη, θάνατοι, δυσκολίες συνύπαρξης, ανικανοποίητα. Επιστρατεύει το γλυκόπικρο για να δηλώσει ότι οι σχέσεις δοκιμάζονται στις «κοινότητες»: Αισθημάτων, αισθητικής, γλώσσας. Και ότι οι φάρσες λειτουργούν έξω από καθωσπρεπισμό, μιμήσεις, συναλλαγές, υπολογισμούς, «ευαίσθητες» ισορροπίες. Χρειάζονται τόλμη, οικειότητα, ρίσκο, φαντασία, κέφι ακραίο που μπορεί να συγγενεύει με την απόγνωση.
Από τις πιο χαρακτηριστικές ταινίες της ιταλικής κωμωδίας, «Οι εντιμότατοι φίλοι μου», σκηνοθετημένη από έναν από τους πιο εμπνευσμένους εκπροσώπους του είδους, τον Μάριο Μονιτσέλι, και βασισμένη σε μια ιδέα του σκηνοθέτη Πιέτρο Τζέρμι («Διαζύγιο αλά ιταλικά»), παραμένει το ίδιο απολαυστική και ξεκαρδιστική όπως όταν πρωτοεμφανίστηκε. Κυνικός σαρκασμός, πικρό χιούμορ, χοντρή φάρσα και εξαιρετικές ερμηνείες από τους απολαυστικούς στους ρόλους τους Ούγκο Τονιάτσι, Γκαστόνε Μοσκίν, Αντόλφο Τσέλι και Φιλίπ Νουαρέ.