Πληροφορίες

Σκηνοθέτης: Martin Scorsese
Μουσική: The Band
Τοποθεσία: Η.Π.Α. 1978
Διάρκεια: 117'

Γουίντερλαντ  Σαν Φρανσίσκο 1976, το συγκρότημα The Band  δίνει την τελευταία του συναυλία, στο σημείο από όπου και ξεκίνησαν την καριέρα τους.  Η συναυλία θα διαρκέσει εφτά ώρες και από την σκηνή θα περάσουν πάνω από δώδεκα special guest τραγουδιστές, μεταξύ των οποίων οι Paul Butterfield, Eric Clapton, Neil Diamond, Bob Dylan, Ronnie Hawkins, Dr. John, Joni Mitchell, Van Morrison, Ringo Starr, Muddy Waters, Ronnie Wood και Neil Young.

“It Started as a Concert. It Became a Celebration.” Και όντως πραγματική γιορτή έγινε. Καθότι ήταν η ημέρα των ευχαριστιών οι διοργανωτές υποδέχτηκαν το κοινό των 5000 θαυμαστών, στους οποίους σερβιρίστηκε γαλοπούλα, όπως συνηθίζεται. Το όλο γεγονός κινηματογραφήθηκε με επτά κάμερες των 35mm υπό την εποπτεία του Μάρτιν Σκορτσέζε. Εκτός του κυρίου μέρους της συναυλίας, προβάλλονται σκηνές τραβηγμένες στο στούντιο ηχογράφησης και συνεντεύξεις των μελών του συγκροτήματος.

Η ταινία ξεκινά με το τελευταίο τραγούδι, το “Don’t Do It” και συνεχίζει τη ροή της από την αρχή της παράστασης ακολουθώντας την κανονική χρονολογική σειρά. Ο Σκορτσέζε χώρισε την ταινία σε πέντε κολόνες. Στην πρώτη σημείωνε τον τραγουδιστή, στην δεύτερη τα λόγια του τραγουδιού, στην τρίτη τα όργανα που έπαιζαν, στην τέταρτη τους φωτισμούς και στην πέμπτη τις κινήσεις της κάμερας. Για οπερατέρ διάλεξε επτά από τους πιο φημισμένους. Παρά την ικανότητα των οπερατέρ, δημιουργήθηκαν προβλήματα. Δύο από αυτούς ήταν Ούγγροι στην καταγωγή, ενώ ένας ήταν Ιάπωνας. Το πρόβλημα ήταν πως δεν ήξεραν ποια ήταν τα μεγάλα ονόματα που θα έπρεπε να τραβήξουν, καθώς δεν ήξεραν τόσα πολλά από το ροκ.

Εντυπωσιακό είναι και το γεγονός ότι ο Σκορτσέζε απέφευγε να δείξει το κοινό με εξαίρεση τις πρώτες σειρές στα γενικά πλάνα. Η όλη κινηματογράφηση έγινε με τις κάμερες φιξαρισμένες εκτός μίας, η οποία κινιόνταν ελεύθερα πάνω από την σκηνή. Από την τελευταία όμως μόλις λίγα μέτρα χρησιμοποιήθηκαν στην ταινία. Το μοντάζ όπως είναι λογικό, κράτησε πολλούς μήνες καθώς το υλικό ήταν τεράστιο. Κατά τον σκηνοθέτη: «Θέλαμε η ταινία να μην είναι μόνο ένα χρονικό, αλλά και μια γιορτή.» Εκεί ακριβώς έγκειται και η επιτυχία του εγχειρήματος, γιατί το The Last Waltz δείχνει με αξιοθαύμαστο τρόπο ότι αυτό το τελευταίο κονσέρτο, αυτό το «ρέκβιεμ μιας γενιάς» ήταν επίσης μια γιορτή χαράς και φιλίας. Είναι ακόμα το τέλος μιας εποχής, ίσως η τελευταία ροκ συναυλία και ο Σκορτσέζε ήταν εκεί για να την φιλμάρει.

Βιβλιογραφία: Γιώργος Αραμπατζής   Αιγόκερως/Κινηματογραφικό αρχείο 47 Μάρτιν Σκορσέζε “Εκδόσεις Αιγόκερως”