Ο Terry Gilliam είπε ότι «Το σύστημα δεν είναι μόνο οι μεγάλοι ηγέτες, οι μεγάλοι άντρες που τα ελέγχουν όλα. Αλλά και ο κάθε άνθρωπος που κάνει τη δουλειά του σαν γρανάζι». Έτσι και ο Sam Lowrey είναι ένα γρανάζι του συστήματος, ένας στατιστικός αναλυτής που εργάζεται για την κυβέρνηση σε μια εναλλακτική, φανταστική και πιθανότατα μελλοντική κοινωνία. Ο ίδιος εθελοτυφλεί για την σαθρότητα που τον περιβάλλει και προτιμάει να παραμένει στην αφάνεια, τη στιγμή που όλοι γύρω του αγωνίζονται για την ανάδειξή τους με οποιοδήποτε κόστος. Όταν η πραγματικότητα γίνεται υπερβολικά πιεστική φαντάζεται τον εαυτό του σαν ένα υπερήρωα, όπως αυτόν που περιγράφει το τραγούδι Brazil που ακούγεται στο τέλος της ταινίας, που λυτρώνει τον εαυτό του και την ηρωίδα Jill. Η ίδια αποδεικνύεται συνεργάτης ενός τρομοκράτη, επικηρυγμένο από το άγρυπνο μάτι του μεγάλου αδερφού. Το τίμημα που θα πληρώσει ο Sam είναι η «επώδυνη γνωριμία» με τον βασανιστή των πολιτών που υιοθετούν παρεκκλίνουσες συμπεριφορές.
Το φιλμ δεν αναφέρεται σε συγκεκριμένη χρονική περίοδο, και μέσα από το ρετρό ύφος του, αποκτά διαχρονικότητα. Η παρουσίαση ενός εφιαλτικού μέλλοντος, με πολλές ομοιότητες `με το παρόν, όπου η τεχνολογία και η αποτελεσματικότητα οδηγούν σε μέγιστη κυβερνητική επίδραση και γραφειοκρατία. Εν ολίγοις βλέπουμε μια άχρωμη, άνιση και καταπιεστική κοινωνία, όπου οι πολίτες είναι πρόθυμοι να θυσιάσουν τα προσωπικά τους δικαιώματα στο όνομα της ασφάλεια τους από ένα κράτος που βρίσκεται σε κατάρρευση και κάθε άλλο παρά ενδιαφέρεται για αυτούς. Ακόμα η τεχνολογία στην οποία φαίνεται να στηρίζονται ολοκληρωτικά ( παρά τα προβλήματα που παρουσιάζει διαρκώς) μάλλον έχει σκοπό να περιορίσει την προσωπική τους ελευθερία παρά να διευκολύνει τη ζωή τους.
Σημαντικό όμως είναι και το στοιχείο της κωμωδίας(που συνδέεται με την καλτ ατμόσφαιρα της ταινίας) με κυρίαρχες τις σκηνές όπου εμφανίζεται ο Robert De Niro. Αλλά και ο ίδιος ο πρωταγωνιστής έχει πολύ συχνά αστεία συμπεριφορά, καθώς και οι διάφορες καταστάσεις που δημιουργούνται στα γραφεία είναι αρκετά κωμικές . Πιθανότατα ο σκηνοθέτης ήθελε να δείξει πως σε αυτήν την μουντή και ψυχοφθόρα κοινωνία οι άνθρωποι-εγκλωβισμένοι στην γραφειοκρατία του συστήματος- είναι αδύνατον να έχουν φυσιολογική συμπεριφορά.
Οπτικά πρόκειται για ένα ψυχεδελικό θαύμα με αξέχαστες εικόνες, όπως η ανεμοδαρμένη μητρόπολη που πλαισιώνει τα όνειρα της ευδαιμονίας του πρωταγωνιστή. Πρέπει να σημειωθεί πως η ταινία κατηγορήθηκε ότι λόγω του ανεξέλεγκτου ρυθμού της γίνεται δύσκολη η παρακολούθηση της πλοκής της. Οπωσδήποτε όμως πρόκειται για μια εκπληκτική δουλειά που επιμένει να παίζει στην κόψη των ορίων μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας και δεν αρκείται στην σουρεαλιστική εκκεντρικότητά της.