To Straight Story πρόκειται για μία περίεργη υπόθεση. Τοποθετημένο χρονικά σε μία αλλόκοτη θέση στη φιλμογραφία του David Lynch, αποτελεί ένα διάλλειμα για τον σκηνοθέτη μετά το Lost Highway (1997) και πριν την βουτιά ακόμα βαθύτερα με τα Mulholland Drive (2001) και Inland Empire (2006). Ενώ αυτές οι ταινίες γίνονται ολοένα και πιο αλλόκοτες με την κατάσταση να κορυφώνεται στο Inland Empire, που παραμένει μέχρι και σήμερα η τελευταία ταινία που έχει σκηνοθετήσει ο ιδιαίτερος αυτός δημιουργός, το Straight Story απαρνιέται ό,τι σουρεαλιστικό και επικεντρώνεται στον άνθρωπο. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.
Ο Alvin Straight (Richard Farnsworth) είναι ένας απλός άνθρωπος που ζει μια απλή ζωή παρέα με την κόρη του, Rose (Sissy Spacek) σε μία από αυτές τις μικρές, όμορφες πόλεις που ενδιαφέρουν τον Lynch. Σε αντίθεση με το Blue Velvet (1987) όμως, εδώ δεν γίνεται προσπάθεια αποδόμησης της φαινομενικής ομορφιάς καθώς η δράση περιστρέφεται εξ’ ολοκλήρου γύρω από τον Alvin ο οποίος έχει να αντιμετωπίσει διάφορα προβλήματα σωματικά και ψυχικά. Πολλά από αυτά έχουν να κάνουν με την ηλικία του μιας και βρίσκεται πλέον στα 70 του, με τα δύο του πόδια να μην λειτουργούν όσο καλά θα έπρεπε, κάτι που σημαίνει πως δίχως την βοήθεια των δυο βοηθητικών μπαστουνιών του θα ήταν σχεδόν ακατόρθωτο να σταθεί όρθιος για παραπάνω από λίγα λεπτά.
Η ζωή, όπως συνηθίζει να κάνει, κυλάει κανονικά μέχρι που μαθαίνει πως ο αδερφός του, Lyle, υπέστη καρδιακή προσβολή και μάλλον δεν του μένει πολύς χρόνος ακόμα σε αυτόν τον πλανήτη. Με αφορμή αυτήν την ξαφνική αλλαγή στις συνθήκες της καθημερινότητας, ο Alvin αποφασίζει να ξεκινήσει ένα μεγάλο ταξίδι για να βρει τον αδερφό του με τον οποίον έχουν χάσει επαφή εδώ και αρκετά χρόνια εξαιτίας ενός αδιευκρίνιστου τσακωμού. Φυσικά και αυτή η απόφαση φέρνει τη δικιά της συλλογή δυσκολιών από τη στιγμή που ο Alvin δεν μπορεί να οδηγήσει λόγω ηλικίας, ενώ και η όρασή του δεν βρίσκεται στην καλύτερη κατάσταση.
Δίχως να έχει πολλές εναλλακτικές, αποφασίζει να καβαλήσει μία μηχανή του γκαζόν για να φτάσει στον προορισμό του. Παρά τις (λογικές) αντιδράσεις της Sissy και του περίγυρού του, ο Alvin είναι ανένδοτος και ίσως λίγο ξεροκέφαλος μιας και δεν αφήνει κανέναν εξωτερικό παράγοντα να μπει ανάμεσα σε αυτόν και την επιθυμία του να τα βρει με τον αδερφό του λίγο πριν αποχαιρετήσουν και οι δύο τον κόσμο των θνητών. Η ταινία παρά το μελαγχολικό της περίβλημα, δεν είναι σκοτεινή, δεν είναι καταθλιπτική, ούτε βαριά. Το ταξίδι του Alvin καταγράφεται με μία ιδιαίτερη ζεστασιά δίχως ποτέ να πέφτει στην παγίδα του μελό.
Ο Lynch σε αυτή του την ταινία σκηνοθετεί μερικά από τα ομορφότερα πλάνα της καριέρας του (και έχει πολλά) με την κάμερα να πετάει πάνω από απέραντα πεδία λουσμένα στο πορτοκαλί του ηλιοβασιλέματος και ντυμένα με την υπέροχη μουσική του Angelo Badalamenti, χρόνιου συνεργάτη του Lynch. Τα δυνατά χαρτιά του Lynch μπορεί να λείπουν από αυτό το κεφάλαιο, αλλά η απουσία του σουρεάλ και του αλλόκοτου αντικαθίσταται επάξια από άκρως ανθρώπινες εξομολογήσεις για τα χρόνια που πέρασαν, για όλα αυτά που μπορεί να μετανιώνουμε και για την αναπόφευκτη διαδικασία της ενηλικίωσης λίγο πριν το τέλος.
Το σενάριο γράφτηκε από τον John Roach και την Mary Sweeney και διαθέτει μία σπάνια ικανότητα να βρίσκει ακριβώς αυτό που θέλει να πει μακριά από περιττές λεπτομέρειες και πληροφορίες. O Alvin θα γνωρίσει αρκετά άτομα κατά τη διάρκεια της πορείας του και όλα έχουν να προσθέσουν κάτι επιπλέον στην ταινία, όλα συνδέονται με τον θεματικό άξονα της οικογένειας, τι σημαίνει αυτή για εμάς, πόσο σημαντική είναι για τον κάθε άνθρωπο και μέχρι πού μπορεί να μας αναγκάσει να πάμε. Η Ιθάκη του πρωταγωνιστή μας είναι φυσικά ο απώτερος σκοπός του, αλλά αυτό δεν αφαιρεί τίποτα από το ταξίδι του.
Με ηρεμία και χωρίς να κάνει τρανταχτές δηλώσεις, το Straight Story καταφέρνει να συγκινήσει τον θεατή με την απλότητα που το διακατέχει και την αφοπλιστική του ειλικρίνεια, ίσως επειδή το βασικό του θέμα είναι κάτι που θα έχουν νιώσει λίγο-πολύ όλοι οι άνθρωποι, αυτό της συγχώρεσης με ένα αγαπημένο πρόσωπο και η επιθυμία για μια τελευταία κουβέντα, ένα τελευταίο βλέμμα, μακριά από όλα όσα μας χώριζαν στο παρελθόν και κοντά σε όλα όσα μας ενώνουν που μάλλον είναι περισσότερα και σημαντικότερα.
Μπορεί να μην κουβαλάει την ψυχεδέλεια του Eraserhead ή την τρέλα του Wild at Heart αλλά το Straight Story κερδίζει επάξια την θέση του στην φιλμογραφία του Lynch, μάλλον δίπλα από το Elephant Man (1980). Μία ταινία Lynch με 0% Λιντσίτιδα και σε παραγωγή Disney μάλιστα, επικυρώνει την ικανότητα του σκηνοθέτη να μεγαλουργεί με λίγα βασικά στοιχεία, μακριά από μεγαλεπήβολα concepts και πολυεπίπεδα όνειρα. Ο Richard Farnsworth παραμένει μέχρι και σήμερα ο γηραιότερος άνθρωπος που έχει προταθεί για Όσκαρ (το έχασε από τον [αχέμ] Kevin Spacey για το American Beauty) και δίνει στο κοινό μία ερμηνεία από αυτές τις λίγες, που μάλλον περισσότερο κλίνουν προς το αληθινό παρά στην ηθοποιία και το ψεύτικο. Εξάλλου και η ίδια η ιστορία βασίζεται σε αληθινά γεγονότα.
Ο κόσμος του Straight Story δεν έχει κρυμμένα μυστικά, ούτε δαιμόνιες, σκοτεινές παρουσίες βγαλμένες από τους χειρότερους εφιάλτες μας, το μόνο που υπάρχει είναι ο άνθρωπος και η τάση του να προσπαθεί να επιδιορθώνει καταστάσεις που προκαλεί ο ίδιος. Το νόημα όμως δεν βρίσκεται στο ίδιο το λάθος που κάνουμε πολλοί, αλλά στην επιθυμία μας να το λύσουμε και να βρούμε έναν τρόπο να κοιτάξουμε πέρα από τις πεποιθήσεις μας και τις εγωιστικές μας συμπεριφορές για να βρούμε μερικά λεπτά ακόμα να τα αφιερώσουμε σε όλα αυτά τα άτομα που πιάνουν λίγο παραπάνω χώρο στις καρδιές μας.