Πληροφορίες

Φωτογραφία: Μάικλ Τσάπμαν
Σκηνοθέτης: Μάρτιν Σκορσέζε
Σενάριο: Πόλ Σρέιντερ, Μάρτιν Μάρικ
Ηθοποιοί: Ρόμπερτ ντε Νίρο, Τζό Πέσι, Κάθι Μοριάρτι, Φράνκ Βίνσεντ
Βραβεία: Η ταινία κέρδισε οκτώ υποψηφιότητες για όσκαρ μεταξύ των οποίων και αυτά της καλύτερης ταινίας και σκηνοθεσίας ενώ τελικά απέσπασε δύο βραβεία αυτά του πρώτου ανδρικού ρόλου για τον Ρόμπερτ ντε Νίρο και του καλύτερου μοντάζ για τη Θέλμα Σούνμεικερ
Τοποθεσία: H.Π.Α. 1980
Διάρκεια: 118’

Από τις πιο σημαντικές ταινίες που γυρίστηκαν με θέμα το μπόξ αλλά και έξοχο δείγμα κινηματογραφικής γραφής το Οργισμένο Είδωλο του Μάρτιν Σκορσέζε φωτογραφημένο με τρόπο λαμπρό από τον Μάικλ Τσάπμαν σε ασπρόμαυρο φίλμ, έδωσε στον Ρόμπερτ ντε Νίρο την ευκαιρία να ερμηνεύσει το ρόλο της ζωής του και να βραβευθεί με όσκαρ. Η ταίνια αφηγείται τη ζωή του πρωταθλητή μεσαίων βαρών του μπόξ Τζέικ ΛαΜότα από το 1941 μέχρι τα μέσα του 1960 με βάση την  αυτοβιογραφία του ίδιου του μποξέρ, παρακολουθώντας τον στην προσπάθεια του να κερδίσει τον τίτλο του πρωταθλητη ,πράγμα που τελικά καταφέρνει, για να καταλήξει τελικά σαν ένα παχύσαρκο όν που παρουσιάζει ανόητα κωμικά νούμερα σε ένα άθλιο καμπαρέ.Εκτός από τις προσπάθειες του ΛαΜότα να κερδίσει τον τίτλο και το ξεπούλημα του στη μαφία η ταινία παρουσιάζει τον αγώνα του να ξεπεράσει τον βίαιο χαρακτήρα του που στάθηκε η αιτία να χωρίσει από τη γυναίκα του και να αποξενωθεί από τον αδερφό και πρώην μάνατζερ του.Οι σκηνές του μπόξ παρόλο που δεν κρατάνε περισσότερο από δέκα λεπτά δίνονται με απίστευτη ένταση και βιαιότητα τονίζοντας σε συνδυασμό και με την εξαιρετική ηχοληψία την κτηνώδη πλευρά του μποξέρ, ενώ και η ασπόμαυρη φωτογραφία συμβάλει σε ένα σκοτεινό και συγκρουσιακό παιχνίδι εσωτερικών αντιθέσεων, παρορμήσεων και ενοχών.Χαρακτηρηστική είναι η σκηνή των τίτλων της αρχής όπου η χρήση του βάθους πεδίου αλλά και ο γαλακτώδης φωτισμός μετατρέπουν το ρίνγκ σε ένα υπερεαλιστικό κελί οπου ο τραγικός μας ήρωας βρίσκεται μόνος,αντιμέτωπος με τα προσωπικά του φαντάσματα αλλά και εκείνη προς το τέλος της ταινίας με τον ΛαΜότα ως μαινόμενο αλλα και παχύσαρκο πια ταύρο μπροστά από τον καθρέφτη.Ο σκηνοθέτης αντιπαραβάλει και μνήμες απο την απλή και ευτυχισμένη καθημερινότητα του ΛαΜότα, τις οποίες και παραθέτει με χρώμα καθώς αποτελούν την φωτεινή πλεύρα του Σαιξπηρικού μας ήρωα, ο οποίος οδηγείται από την κορυφή στην οποία τον έφτασε η ενστικτώδης του δύναμη στην απόλυτη παρακμή λόγω της αδυναμίας του να χειραγωγήσει τις εμμονές του.Σε όλη τη διάρκεια της ταινίας ο Σκορέζε πλαισιώνει τον ήρωα με συμβολισμούς του καθολικισμού για να τον μετατρέψει προς το τέλος σε ένα είδος χριστιανού μάρτυρα δίνοντας στην ταινία μια μεταφυσική χροιά.Κάποια στιγμή αυτό το κτήνος αποκτά τελικά μεσα από την πορεία που περιγράψαμε και μέσα από μια καθαρτήρια κρίση αυτογνωσίας κάποια μορφή θείας χάριτος.Η λαμπρή φωτογραφία λοιπόν του Μάικλ Τσάπμαν δεν παραπέμπει απλώς στην ανασύσταση της εποχής του 1940 και στις κλασσικές ταινίες για το μπόξ (όπως το Εμείς οι ζωντανοί του Ρόμπερτ Γουάιζ και Φλογισμένα πάθη του Μάρκ Ρόμπσον), αλλά είναι και επιλογή ενός στιλ που δίνει την ομορφιά και τη χάρη στην κινηματογραφική γλώσσα που ο δημιουργός του Ταξιτζή και των Κακόφημων δρόμων δείχνει να έχει πλήρως αφομοιώσει.

Νίνος Φένεκ Μικελίδης: Οι 100 καλύτερες ταινίες μου “Εκδόσεις Καστανιώτη”. Στο κείμενο περιλαμβάνονται και ιδέες μελών της Κ.Ο.Π.Ι.