Πληροφορίες

Σκηνοθέτης: Jean-Luc Godard
Σενάριο: Jean-Luc Godard
Ηθοποιοί: Jean-Pierre Léaud, Chantal Goya, Marlène Jobert
Φωτογραφία: Willy Kurant
Μουσική: Jean-Jacques Debout
Βραβεία: Silver Bear Καλύτερου Ηθοποιού στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Βερολίνου (Jean-Pierre Léaud)
Τοποθεσία: Γαλλία, 1966
Διάρκεια: 1h 44m

Για όποιον έχει έρθει σε επαφή με την Nouvelle Vague και τα αναρίθμητα ονόματα που αυτή περικλείει, γνωρίζει ότι ο Godard είναι μια επαναστατική και σημαίνουσα φιγούρα για τον κινηματογράφο, όπως ο Joyce για την λογοτεχνία και οι κυβιστές για την ζωγραφική. Ήταν ένας άνθρωπος που διερρήγνυε κάθε έννοια καλλιτεχνικού κανόνα και υπό αυτή την σκοπιά, ίσως η ταινία αυτή στην αρχή να ξενίσει ή  να αφήσει μια αδιάφορη επίγευση σε κάποιον. Κι αυτό, διότι κινείται φαινομενικά σε διαφορετικά νερά, σίγουρα όμως υποδόρια κρατάει ίδια πολλά χαρακτηριστικά της καλλιτεχνικής φυσιογνωμίας του Godard.

Γυρισμένη το 1966, το Masculin féminin, και βασισμένη σε δύο νουβέλες του Guy de Maupassant, με φόρμες που προκύπτουν από την εξέλιξη της κοινωνιολογίας στην γαλλική σκέψη και στοιχεία που αποτελούν δάνεια από τον Γάλλο σκηνοθέτη ντοκιμαντέρ Chris Marker, η ταινία προσπαθεί να αποτυπώσει την παριζιάνικη νεολαία της δεκαετίας του ΄60. Μέσα από δεκαπέντε σκηνές δυσανάλογου μήκους που συνοδεύονται από αινιγματικούς υπότιτλους, παρουσιάζονται πέντε νέοι που προσπαθούν να εξισορροπήσουν μεταξύ της μεταπολεμικής ανάγκης να διατηρήσουν μια κάποια σταθερή ιδεολογία σε μια κοινωνία που τα πάντα αλλάζουν ριζικά, ραγδαία και της εμπειρίας να αποτελούν την πρώτη γενιά που βιώνει την ποπ κουλτούρα και μια αμερικανικού τύπου καταναλωτική μανία.

Πρωταγωνιστές είναι ο Paul ( Jean-Pierre Leaud) και η Madeleine ( Chantal Goya), οι οποίοι τυχαία γνωρίζονται σε μία καφετέρια λίγο μετά την εκπλήρωση των στρατιωτικών υποχρεώσεων του Paul. Αν και διαμετρικά αντίθετοι χαρακτήρες, ο Paul είναι ένας ιδεαλιστής, αποσυντονισμένος από την κανονιστική και σκληρή ζωή του στρατού, που ψάχνει πλέον έναν τρόπο να βιοποριστεί, ενώ η Madeleine θέλει να γίνει τραγουδίστρια υπογράφοντας με κάποια δισκογραφική, γνωρίζοντας ακριβώς που βρίσκεται, τι προσδοκά και πως θα επιτύχει τους στόχους της, αναπτύσσουν έναν δεσμό μεταξύ τους που παροδικά γίνεται και ερωτικός. Για την ταινία έχει μεγάλη σημασία ο τρόπος με τον οποίο ο Godard αναπτύσσει αυτή την αντιθετικότητα στην κατασκευή των χαρακτήρων, στις επιδιώξεις τους, στην ψυχοσύνθεσή τους, με σκοπό καταγράψει την τότε κοινωνική ατμόσφαιρα, χωρίς βέβαια να πετύχει την τελειότητα. Αφού, εν μέρει μπορεί κανείς να δει την προβολή σπερμάτων μισανθρωπίας και μισογυνισμού που μπορεί να ένιωθε την εποχή εκείνη. Παρότι κανένας δεν φαίνεται να περνάει ευχάριστα στην ταινία και όλοι μοιάζουν σαν αποξενωνόμενα φερέφωνα, το δίπολο του τίτλου δηλώνεται ξεκάθαρα, τα αγόρια εστιάζουν στον έρωτα, ασχολούνται με την πολιτική και γράφουν συνθήματα με σπρέι, ενώ οι γυναίκες με κάποιον εγωκεντρισμό επιδιώκουν να κερδίσουν μέσω του συστήματος, παίζουν με τα μαλλιά τους και καταναλώνουν.

Bέβαια εστιάζοντας αποκλειστικά στο κοινωνικο-πολιτικό κομμάτι της ταινίας, δεν καταφέρνουμε τίποτα άλλο παρά την αισθητική υποβάθμιση του έργου και την απουσία προσωπικής κρίσης. Αισθητικά το Masculin féminin μπορεί να φαίνεται ανάλαφρο, μιας και αποτελεί μια προσπάθεια του Godard να κινηματογραφήσει σε Cinéma vérité ( ‘’αληθοφανές σινεμά’’) με διάφορα στιγμιότυπα και αυτοσχεδιασμούς, αλλά με μια πιο παρατηρητική ματιά, θα δούμε ότι o Godard χρησιμοποιεί μια πληθώρα τεχνικών, π.χ. οι εναλλαγές με τα νούμερα, η επιμήκυνση σκηνών χρησιμοποιώντας εικόνες από τους πολυσύχναστους δρόμους του Παρισιού ( μια κάποια εισβολή του ξένου επί του προσωπικού), λήψεις που παρομοιάζουν σε συνεντεύξεις, μεγάλες λήψεις και έξυπνο edit, αυτοσχεδιασμοί, μέσω των οποίων προσπαθεί να αποδώσει την πίστη του, δηλαδή πως η αλήθεια κινηματογραφικά δεν μπορεί να καταγράφεται μονομερώς παρά μόνο σαν μωσαϊκό.

Παρότι η ταινία περιστρέφεται γύρω από την νεότητα, την εκρηκτική της ενέργεια, την ποπ μουσική και το σεξ, καταφέρνοντας να αποκρυσταλλώσει κινηματογραφικά μια γενιά (που λίγα χρόνια αργότερα κατάφερε να επαναστατήσει- τέτοια ορμή κουβαλούσε), σήμερα, μακριά από τα ιστορικά συμφραζόμενα, η ταινία αυτή φαντάζει μάλλον μελαγχολική, με το πολιτικό αδιέξοδο, την μοναξιά στον έρωτα και τον πεσιμισμό που την διακατέχει.

Π.Μ. (Μέλος Κ.Ο.Π.Ι.)