Πληροφορίες

Φωτογραφία: Hideo Ito
Μουσική: Minoru Miki
Βραβεία: Βραβείο Sutherland στο British Film Institute Awards 1976
Ηθοποιοί: Tatsuya Fuji, Eiko Matsuda, Aoi Nakajima
Σενάριο: Kôji Wakamatsu, Nagisa Ōshima
Σκηνοθέτης: Nagisa Ōshima
Τοποθεσία: Ιαπωνία, 1976
Διάρκεια: 1h, 49min

Η Κινηματογραφική Ομάδα Πανεπιστημίου Ιωαννίνων (Κ.Ο.Π.Ι.), στα πλαίσια του αφιερώματος «Όσοι από έρωτα εκπέσανε», παρουσιάζει την ταινία:

Η Αυτοκρατορία των Αισθήσεων (Nagisa Oshima, 1976)

Όπως αρκετές από τις ταινίες του Oshima, έτσι και αυτή βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα και περιέχει στοιχεία πολιτικού σχολιασμού. Το 1936 μια νεαρή γυναίκα με το όνομα Sada Abe βρέθηκε να περιφέρεται στους δρόμους του Τόκιο, σε κατάσταση απερίγραπτης ευφορίας, κρατώντας τα κομμένα γεννητικά όργανα του εραστή της, Kichi, ο οποίος πέθανε κατά τη διάρκεια σεξουαλικής κορύφωσης μαζί της, λίγες μέρες νωρίτερα. Ως μία από τις πρώτες γυναίκες στην Ιαπωνία, για την οποία έγινε δημόσια αναφορά στην σεξουαλικότητά της, το όνομα της Sada Abe θεωρείται συνώνυμο της κατάρρευσης των σεξουαλικών ταμπού. Αν θα μπορούσε να γίνει φεμινιστικός σχολιασμός της ταινίας, αυτός θα ήταν ότι ο σεξουαλικός ευνουχισμός του Kichi, κατά κάποιο τρόπο, σηματοδοτεί την χειραφέτηση της Sada, από μια πατριαρχική κοινωνία που επιτάσσει αυτή να είναι ο παθητικός δέκτης των σεξουαλικών επιθυμιών των ανδρών. Αντιθέτως, εδώ η Sada έχει τον έλεγχο.

Πρόκειται για μια ταινία στην οποία το απροκάλυπτο σεξ έχει τον πρώτο λόγο. Παρολ’ αυτά, στόχος δεν είναι η διέγερση του θεατή -πιο πολύ τον κουράζει πιθανώς-, αλλά η εξέταση της ψυχοσύνθεσης των χαρακτήρων και της απόλυτης εξάρτησης μεταξύ τους. Πρόκειται για μια ανθρώπινη ιστορία, μια ξεκάθαρη ιστορία αγάπης, μόνο που εμφανίζεται μέσω «παραστατικού» σεξουαλικού περιεχομένου (οι σκηνές σεξ στην ταινία είναι πραγματικές μεταξύ των ηθοποιών). Η ταινία δεν κατάφερε να προβληθεί στην Ιαπωνία, λόγω λογοκρισίας, ενώ κατάφερε να υλοποιηθεί μόνο και μόνο χάρη στην γαλλική συμπαραγωγή της.

Το μεγαλύτερο μέρος της ταινίας εκτυλίσσεται πίσω από κλειστές πόρτες, έτσι ο θεατής καλείται να ακολουθήσει σαν ηδονοβλεψίας, αυτό το μονοπάτι εξελικτικής ηδονής των εραστών, οι οποίοι φαίνεται να απομονώνονται από τον έξω κόσμο και να ενστερνίζονται το σύνθημα «το σώμα μας έναντι του κόσμου». Μπορούμε να νιώσουμε αυτή την ταινία… Ξεκινά σιγά-σιγά με προκαταρκτικά παιχνίδια και στο τέλος πηγαίνει προς τον απόλυτο οργασμό. Με κάθε νέο επίπεδο σεξουαλικής διερεύνησης και απόλαυσης, αποτυπώνεται η σεξουαλική εμμονή σε ένα εντελώς νέο επίπεδο. Αποτελεί μια διερεύνηση αφενός της ιδέας της «ιδιοκτησίας» του ενός πάνω στον άλλο σε μια σχέση και αφετέρου της σύνδεσης μεταξύ ευχαρίστησης και πόνου.

Το ψυχο-σεξουαλικό υπόβαθρο της ταινίας είναι τόσο βαρύ, που θα λέγαμε πως αποτελεί έναν ύμνο στο αρχετυπικό δίπολο Έρωτας-Θάνατος, τις δύο δυνάμεις που διακατέχουν ολόκληρο το σύμπαν, η μεν ως η δύναμη της δημιουργίας και η δε ως η δύναμη της καταστροφής. Ακόμη και ο Φρόιντ μίλησε για αυτό το δίπολο χρησιμοποιώντας τους όρους «ορμή του θανάτου» (Thanatos) και «ορμή της ζωής» (Eros). Θα μπορούσε ίσως να ισχυριστεί κανείς ότι «ο στόχος όλης της ζωής είναι ο θάνατος». Έτσι, και ο Kichi «δόθηκε» ή μάλλον «αφιερώθηκε» παντοτινά στην ερωμένη του, αναγνωρίζοντας ότι ο θάνατος δεν είναι μόνο η απαραίτητη κορύφωση της ευχαρίστησής της, αλλά και αναπόσπαστο μέρος της, οδηγώντας την έτσι στην απόλυτη έκσταση. Εξάλλου, στην ιαπωνική κουλτούρα ένα από τα πιο ισχυρά αισθήματα είναι αυτό του «υπηρετείν».

Ν.Π. (Μέλος Κ.Ο.Π.Ι)