Η Κινηματογραφική Ομάδα Πανεπιστημίου Ιωαννίνων (Κ.Ο.Π.Ι.), στα πλαίσια του αφιερώματος «Μαγικός Ρεαλισμός», παρουσιάζει την ταινία
Uncle Boonmee Who Can Recall His Past Lives (Apichatpong Weerasethakul, 2010)
Το 2010 αφού κέρδισε τον χρυσό φοίνικα στις Κάννες, το «Uncle Boonmee Who Can Recall His Past Lives» χαρακτηρίστηκε από τον Tim Burton ως ένα «περίεργο αλλά όμορφο όνειρο». Πράγματι, η ταινία επιτρέπει στον πνευματικό και στον φυσικό κόσμο, το αστικό και το αγροτικό τοπίο, τον άνθρωπο και τα ζώα, την λαογραφία και την μοντέρνα αφήγηση, να συνυπάρχουν αμφιταλαντευόμενα μεταξύ του μαγικού και του ρεαλιστικού.
Βασισμένη στο βιβλίο ενός βουδιστή ηγούμενου , ο «θείος Boonmee» αφορά έναν ετοιμοθάνατο αγρότη τον οποίο επισκέπτονται τα πνεύματα της θανούσας συζύγου του και του χαμένου γιού του ενώ παράλληλα εξερευνά τις πιθανές παρελθοντικές και μελλοντικές ζωές του. Με μια πρώτη ματιά, μοιάζει με μια απλή ιστορία όμως τα στοιχεία Ταϊλανδικής λαογραφίας που την κατακλύζουν, επικαλούνται καθολικά υπαρξιακά ερωτήματα με βασικότερο αυτό της μεταθανάτιας ζωής.
Το κινηματογραφικό «στυλ» του Apichatpong Weerasethakul είναι τόσο πειραματικό και τολμηρό που το καθιστά βαθιά πολιτικό αλλά και πολύ προσωπικό. Οι ταινίες του, δεν ζητάνε από τον θεατή να «ενώσει τις κουκίδες» αλλά να «χορέψει» γύρω τους, σε έναν «χορό» που τέρπει την φαντασία.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΠΡΟΒΟΛΗ!
Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι σκηνές όπου απεικονίζεται μια πιθανώς παρελθοντική ή μελλοντική ζωή του Boonmee. Από την εισαγωγική σκηνή με το βουβάλι έως και τον θάνατό του στη σπηλιά ο πρωταγωνιστής, μέσω της μεταφυσικότητας της κατάστασής του, συνειδητοποιεί πως οι τύψεις που τον βαραίνουν οφείλονται σε γεγονότα που αυτός δεν μπορεί να ελέγξει. Για παράδειγμα, η σκηνή όπου ένα βουβάλι ελευθερώνεται απλώς και μόνο για να ξαναδεθεί στο δέντρο από τον ιδιοκτήτη του, τονίζει τον αναπόφευκτο κύκλο της μετενσάρκωσης.
Η σκηνή με την πριγκίπισσα, αν και πολύ παράξενη, δείχνει την επιθυμία του Boonmee για μια «αστιγμάτιστη» ζωή, αφού η ίδια η πριγκίπισσα επιθυμούσε ένα αστιγμάτιστο πρόσωπο. Όπως και στην περίπτωση της πριγκίπισσας, που έγινε ψάρι, αυτό που πήρε ως αντάλλαγμα ο Boonmee ήταν τα παρηγορητικά λόγια της συζύγου του για την ύπαρξη ως πνεύμα και όχι κάποιου είδους «άφεση αμαρτιών».
Η σπηλιά που «καλεί» τον Boonmee συμβολίζει την μήτρα αφού από τον θάνατο του εκεί θα προκύψει η επόμενη ζωή του. Το όνειρο που ανακαλεί εντός της είναι ένας έμμεσος σχολιασμός της αποικιοκρατίας που είχε υποστεί η Ταϊλάνδη. Θα μπορούσε όμως να σχολιάζει και τον εμφύλιο του 1965 με 1983, ισχυρισμός που συμφωνεί με την παραδοχή του Boonmee πως νιώθει τύψεις που σκότωσε κομμουνιστές.
Τέλος, αξίζει να σημειωθεί η τελευταία σκηνή της ταινίας όπου η νύφη του Boonmee και ο ανιψιός του, αφήνουν τα σώματα τους στο δωμάτιο. Το αξιοθαύμαστο της σκηνής είναι πως καταφέρνει να παντρέψει την πνευματικότητα με τον μοντερνισμό αφού τα πνεύματα των δύο καταλήγουν σε ένα εστιατόριο στην πόλη όπου ακούγεται σύγχρονη μουσική. Αυτή η αντίφαση αποτελεί ένα ηχηρό σχόλιο για την σύγχρονη Ταϊλάνδη, η οποία παρά την αστικοποίηση της μένει πιστή στις παραδόσεις και τη θρησκεία της. Εξάλλου ο ίδιος ο σκηνοθέτης με το συνεργείο του, έκαναν τάμα στην θεότητα της τέχνης πριν τα γυρίσματα της ταινίας.
Μ.Μ. (Μέλος Κ.Ο.Π.Ι.)