Η Κινηματογραφική Ομάδα Πανεπιστημίου Ιωαννίνων (Κ.Ο.Π.Ι.), στα πλαίσια του αφιερώματος «Ουδείς αναμάρτητος», παρουσιάζει την ταινία:
The Devils (Ken Russell, 1971)
Στη Γαλλία του 17ου αιώνα βλέπουμε ένα τοπίο μαρασμού και σήψης, έναν αυτοκράτορα βουτηγμένο στην απόλυτη χλιδή ενώ η χώρα σπαράζει από τα δεινά της πανώλης. Ο Καρδινάλιος της καθολικής εκκλησίας αποφασισμένος να εκμεταλλευτεί τη κατάσταση αυτή για να δώσει πνοή στις δικές του πολιτικές σκοπιμότητες, σχεδιάζει τη δημιουργία ενός κράτους-εκκλησίας. Ταυτόχρονα μια μοναχή γίνεται εμμονική με τον ιερέα της πόλης Loydon, Urbain Grandier, ο οποίος απολαμβάνει μια ζωή λαγνείας μέσα από την θέση που κατέχει. Ο Gradier που αντιτίθεται στα σχέδια του Καρδινάλιου, θα βρεθεί κατηγορούμενος για σατανισμό από αυτά τα άτoμα και του αιμοβόρου όχλου που τους ακολουθεί.
Ο ηθικός εκπτωτισμός στους κύκλους της καθολικής εκκλησίας βρίσκεται στο επίκεντρο της πλοκής. Μέσα στο ψυχισμό των χαρακτήρων εντοπίζουμε την ανθρώπινη τους φύση, που φαινομενικά ντύνεται με το πρόσχημα της θρησκευτικής ασκητικής ζωής και αγιότητας, να είναι έρμαιο των δικών τους αναγκών και μεγαλομανίας. Η σεξουαλική καταπίεση της εποχής, από τη μία, φέρνει τους χαρακτήρες σε ευάλωτη θέση αναγκάζοντας τους να γίνουν πιόνια στα χέρια άλλων οδηγώντας τους στην εξαθλίωση. Από την άλλη, η κατάχρηση της εξουσίας, μέσα σε έναν φαινομενικά ιερό σκοπό, παρουσιάζεται στο λαό ως δικαιοσύνη και αναδεικνύει περίφημα ότι η αλήθεια είναι αυτή που επιλέγουμε να δούμε.
Η θεατρικότητα της ερμηνείας των ηθοποιών οφείλεται έντονα στις επιρροές του σεναρίου, δηλαδή στο βιβλίο “The devils of Loudon” του Aldous Huxley καθώς και το θεατρικό έργο “the devils” του John Whiting (που εμπνεύστηκαν από το πραγματικά γεγονότα). Ο Ken Russell με τη σκηνοθεσία του, αναγκάζει το θεατή να βιώσει την τραγική ειρωνεία των χαρακτήρων μέσα από τα διλήμματα και τις δύσκολες επιλογές που είναι αναγκασμένοι να πράξουν. Η υπερβολή και το σοκαριστικό στοιχείο που εκφράζεται μέσω της ωμής βίας και σκληρών σεξουαλικών σκηνών αφήνει ένα έντονο αποτύπωμα, και αποτελεί μια αγαπημένη τεχνική του σκηνοθέτη στη πλειοψηφία της φιλμογραφίας του. Η διάθεση του να αποκοπεί από τη στερεοτυπική κουλτούρα της μεγάλης Βρετανίας του πουριτανισμού και των ρεαλιστικών γκρίζων απεικονίσεων, προκάλεσε έντονες αντιδράσεις από κοινό και κριτικούς αλλά και δημιούργησε ένα νέο κύμα στην εγχώρια σκηνή. Ειδικά μέσω από την συγκεκριμένη ταινία, που κατέληξε να απαγορεύεται η προβολή της από πολλές χώρες ή να υπόκειται censorship από άλλες.
Η αλαζονεία, το βαρύτερο των θανάσιμων αμαρτημάτων, εκφράζεται σε όλες τις εκφάνσεις της. Ύβρης, υπερηφάνεια, υπεροψία, εκμετάλλευση των αδυνάμων και καταπάτηση οτιδήποτε ιερού απεικονίζονται μπροστά μας. Ένα ερώτημα υποβόσκει τελικά στο εσωτερικό του θεατή βλέποντας τα άκρα που μπορεί να σε φτάσει η υπερηφάνεια: Πόσα πράγματα είσαι διατεθειμένος να καταπατήσεις για να φτάσεις εκεί που θέλεις;
Η.Σ. (Μέλος ΚΟΠΙ)