Πληροφορίες

Σκηνοθέτης: Peter Greenaway
Σενάριο: Peter Greenaway
Ηθοποιοί: Richard Bohringer, Michael Gambon, Helen Mirren
Βραβεία: Βραβείο Καλύτερου Σκηνοθέτη στο Sitges - Catalonian International Film Festival (1989), Υποψηφιότητα για Βραβείο Καλύτερου Soundtrack στα Brit Awards (1990)
Φωτογραφία: Sacha Vierny
Μουσική: Michael Nyman
Τοποθεσία: Ηνωμένο Βασίλειο & Γαλλία, 1989
Διάρκεια: 2h 4min
Η Κινηματογραφική Ομάδα Πανεπιστημίου Ιωαννίνων (Κ.Ο.Π.Ι.), στο πλαίσιο του αφιερώματος
«ουδείς αναμάρτητος», παρουσιάζει την ταινία:
The Cook, the Thief, his Wife & her Lover (Peter Greenaway, 1989)
[Περιέχει spoilers!]
Η ιστορία, που τελικώς μοιάζει περισσότερο με παραβολή, αφορά την δύστυχη, καταπιεσμένη μα
πάντοτε κομψή Georgina (Helen Mirren), σύζυγος του άξεστου, θορυβώδη μαφιόζου Albert Spica (Michael
Gambon) με τον οποίο δειπνεί καθημερινά στο γαλλικό εστιατόριο Le Hollandais του σεφ Richard (Richard
Bohringer). Εκεί γνωρίζει τον καλλιεργημένο, ευγενικό Michael (Alan Howard) που αναλαμβάνει ρόλο
εραστή. Οι ερωτικές περιπτύξεις μεταξύ τους λαμβάνουν χώρα κρυφά αλλά τακτικά ανάμεσα στα γκουρμέ
γεύματα. Όταν η μοιχεία εις βάρος του υποπέσει αναπόφευκτα στην αντίληψή του, ο Spica φροντίζει να
πάρει την εκδίκησή του με τον πιο άσχημο τρόπο.
Παρότι αποτελεί αδιαμφισβήτητα μια σάτυρα της αστικής τάξης και του τότε θατσερικού καθεστώτος,
ταυτόχρονα «είναι κατά κάποιο τρόπο ένα σύγχρονο Ιακωβιανό* θεατρικό έργο». Βασισμένη εν μέρει στο
αγαπημένο ιακωβιανό θεατρικό του Greenaway «’Tis Pity She’s a Whore» του John Ford, η ταινία έχει
γκροτέσκ και έντονο θεατρικό χαρακτήρα: οι πρωταγωνιστές μετακινούνται από το ένα μέρος στο άλλο σαν
να ανήκουν όλα σε μια ευρύτερη σκηνή – και για όσο διαρκεί, για εμάς υπάρχει αυτή και μόνο αυτή. Ένα
ακόμα ιακωβιανό στοιχείο είναι η βία και γενικότερα η ακρότητα της ανθρώπινης εμπειρίας στην οποία ο
συγγραφέας-σκηνοθέτης βαίνει σκόπιμα στην πλειοψηφία της ταινίας, κάτι που την κατέστησε επίμαχο
ζήτημα κατά την κυκλοφορία της.
Εντούτοις, στην πραγματικότητα «το The Cook, the Thief πραγματεύεται το χρώμα δομικά». Αυτό δεν
αποτελεί έκπληξη καθώς ο Greenaway σπούδασε ζωγραφική και πράγματι κάθε του πλάνο φαίνεται να
αναπαριστά έναν πίνακα, δίνοντας λιγότερη βαρύτητα στην αφήγηση. «…Θέλω να κάνω παραστατικό
κινηματογράφο, όχι κινηματογράφο που είναι σκλάβος του κειμένου. Οπότε προσπαθώ πολύ να
χρησιμοποιήσω άλλες στρατηγικές, άλλα συστήματα…». Έτσι, εδώ χρησιμοποιεί μια εκτενή λήψη από την
τραπεζαρία προς τις τουαλέτες συμβολίζοντας το φαγητό που περνάει από τον εντερικό σωλήνα και
χρωματική κωδικοποίηση για κάθε χώρο. Το εξωτερικό του Le Hollandais είναι μπλε, η κουζίνα είναι
πράσινη, η τραπεζαρία*2
του εστιατορίου είναι κόκκινη, οι τουαλέτες είναι λευκές και το εσωτερικό του
σπιτιού του Michael είναι καφέ, όπως το σακάκι του. Επίσης, το χρώμα των ρούχων (ακόμα και των
τσιγάρων) της Georgina, του Albert και των ακολούθων του αλλάζουν για να ταιριάζουν με αυτό το design
καθώς οι χαρακτήρες μετακινούνται.
Τα εντυπωσιακά κοστούμια φέρουν την υπογραφή του σχεδιαστή Jean Paul Gaultier και η επιβλητική
μουσική που ντύνει θαυμάσια την οπτική πανδαισία οφείλεται στον συνθέτη Michael Nyman, αμφότεροι
συμβάλλοντας στη συγκλονιστικά μπαρόκ αισθητική και ατμόσφαιρα.
Ένας λαντζιέρης που τραγουδά «Ἐπὶ πλεῖον πλῦνόν με ἀπὸ τῆς ἀνομίας μου καὶ ἀπὸ τῆς ἁμαρτίας μου
καθάρισόν με…» βασισμένο στον Ψαλμό 51:2 της Βίβλου κι ο παραλληλισμός της εικόνας ενός Αδάμ και
μιας Εύας πλάι σε σαπισμένα κρέατα με την «πτώση του ανθρώπου» προσδίδουν μια επιπλέον
θρησκευτική χροιά. Το αμάρτημα που κυριαρχεί στην ταινία δεν είναι άλλο παρά η λαιμαργία. Δε διστάζει
να φτάσει στο απόγειό της διασφαλίζοντας πως το εν λόγω κινηματογραφικό αριστούργημα είναι για γερά
στομάχια.
Το κείμενο περιέχει παραφράσεις και λόγια του σκηνοθέτη από συνεντεύξεις του με τον Michel Bodmer
(SRF, 1996) και την Lillian Crawford (BFI, 2022).
* Jacobean drama: καθιερωμένο είδος αγγλικής λογοτεχνίας. Συμπεριλαμβάνει το σύνολο των θεατρικών έργων που γράφτηκαν και
παίχτηκαν κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Ιάκωβου Α’ της Αγγλίας (1603-1625). Είναι γνωστό για την εξερεύνηση της τραγωδίας
και τον αντικατοπτρισμό των κοινωνικοπολιτικών αλλαγών της εποχής.
*
2 Η τοιχογραφία στον πίσω τοίχο της τραπεζαρίας είναι «The Banquet of the Officers of the St. George Militia of Haarlem» (1616)
του Frans Hals. Σε αυτή βασίστηκε η διακόσμηση και τα κοστούμια του χώρου.
Μ. Δ. (μέλος Κ.Ο.Π.Ι.)

Η Κινηματογραφική Ομάδα Πανεπιστημίου Ιωαννίνων (Κ.Ο.Π.Ι.), στο πλαίσιο του αφιερώματος «Ουδείς αναμάρτητος», παρουσιάζει την ταινία:

The Cook, the Thief, his Wife & her Lover (Peter Greenaway, 1989)

[Περιέχει spoilers!]

Η ιστορία, που τελικώς μοιάζει περισσότερο με παραβολή, αφορά την δύστυχη, καταπιεσμένη μα πάντοτε κομψή Georgina (Helen Mirren), σύζυγος του άξεστου, θορυβώδη μαφιόζου Albert Spica (Michael Gambon) με τον οποίο δειπνεί καθημερινά στο γαλλικό εστιατόριο Le Hollandais του σεφ Richard (Richard Bohringer). Εκεί γνωρίζει τον καλλιεργημένο, ευγενικό Michael (Alan Howard) που αναλαμβάνει ρόλο εραστή. Οι ερωτικές περιπτύξεις μεταξύ τους λαμβάνουν χώρα κρυφά αλλά τακτικά ανάμεσα στα γκουρμέ γεύματα. Όταν η μοιχεία εις βάρος του υποπέσει αναπόφευκτα στην αντίληψή του, ο Spica φροντίζει να πάρει την εκδίκησή του με τον πιο άσχημο τρόπο.

Παρότι αποτελεί αδιαμφισβήτητα μια σάτυρα της αστικής τάξης και του τότε θατσερικού καθεστώτος, ταυτόχρονα «είναι κατά κάποιο τρόπο ένα σύγχρονο Ιακωβιανό* θεατρικό έργο». Βασισμένη εν μέρει στο αγαπημένο ιακωβιανό θεατρικό του Greenaway «’Tis Pity She’s a Whore» του John Ford, η ταινία έχει γκροτέσκ και έντονο θεατρικό χαρακτήρα: οι πρωταγωνιστές μετακινούνται από το ένα μέρος στο άλλο σαν να ανήκουν όλα σε μια ευρύτερη σκηνή – και για όσο διαρκεί, για εμάς υπάρχει αυτή και μόνο αυτή. Ένα ακόμα ιακωβιανό στοιχείο είναι η βία και γενικότερα η ακρότητα της ανθρώπινης εμπειρίας στην οποία ο συγγραφέας-σκηνοθέτης βαίνει σκόπιμα στην πλειοψηφία της ταινίας, κάτι που την κατέστησε επίμαχο ζήτημα κατά την κυκλοφορία της.

Εντούτοις, στην πραγματικότητα «το The Cook, the Thief πραγματεύεται το χρώμα δομικά». Αυτό δεν αποτελεί έκπληξη καθώς ο Greenaway σπούδασε ζωγραφική και πράγματι κάθε του πλάνο φαίνεται να αναπαριστά έναν πίνακα, δίνοντας λιγότερη βαρύτητα στην αφήγηση. «…Θέλω να κάνω παραστατικό κινηματογράφο, όχι κινηματογράφο που είναι σκλάβος του κειμένου. Οπότε προσπαθώ πολύ να χρησιμοποιήσω άλλες στρατηγικές, άλλα συστήματα…». Έτσι, εδώ χρησιμοποιεί μια εκτενή λήψη από την τραπεζαρία προς τις τουαλέτες συμβολίζοντας το φαγητό που περνάει από τον εντερικό σωλήνα και χρωματική κωδικοποίηση για κάθε χώρο. Το εξωτερικό του Le Hollandais είναι μπλε, η κουζίνα είναι πράσινη, η τραπεζαρία*2 του εστιατορίου είναι κόκκινη, οι τουαλέτες είναι λευκές και το εσωτερικό του σπιτιού του Michael είναι καφέ, όπως το σακάκι του. Επίσης, το χρώμα των ρούχων (ακόμα και των τσιγάρων) της Georgina, του Albert και των ακολούθων του αλλάζουν για να ταιριάζουν με αυτό το design καθώς οι χαρακτήρες μετακινούνται.

Τα εντυπωσιακά κοστούμια φέρουν την υπογραφή του σχεδιαστή Jean Paul Gaultier και η επιβλητική μουσική που ντύνει θαυμάσια την οπτική πανδαισία οφείλεται στον συνθέτη Michael Nyman, αμφότεροι συμβάλλοντας στη συγκλονιστικά μπαρόκ αισθητική και ατμόσφαιρα.

Ένας λαντζιέρης που τραγουδά «Ἐπὶ πλεῖον πλῦνόν με ἀπὸ τῆς ἀνομίας μου καὶ ἀπὸ τῆς ἁμαρτίας μου καθάρισόν με…» βασισμένο στον Ψαλμό 51:2 της Βίβλου κι ο παραλληλισμός της εικόνας ενός Αδάμ και μιας Εύας πλάι σε σαπισμένα κρέατα με την «πτώση του ανθρώπου» προσδίδουν μια επιπλέον θρησκευτική χροιά. Το αμάρτημα που κυριαρχεί στην ταινία δεν είναι άλλο παρά η λαιμαργία. Δε διστάζει να φτάσει στο απόγειό της διασφαλίζοντας πως το εν λόγω κινηματογραφικό αριστούργημα είναι για γερά στομάχια.

Το κείμενο περιέχει παραφράσεις και λόγια του σκηνοθέτη από συνεντεύξεις του με τον Michel Bodmer (SRF, 1996) και την Lillian Crawford (BFI, 2022).

* Jacobean drama: καθιερωμένο είδος αγγλικής λογοτεχνίας. Συμπεριλαμβάνει το σύνολο των θεατρικών έργων που γράφτηκαν και παίχτηκαν κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Ιάκωβου Α’ της Αγγλίας (1603-1625). Είναι γνωστό για την εξερεύνηση της τραγωδίας και τον αντικατοπτρισμό των κοινωνικοπολιτικών αλλαγών της εποχής.

*2 Η τοιχογραφία στον πίσω τοίχο της τραπεζαρίας είναι «The Banquet of the Officers of the St. George Militia of Haarlem» (1616) του Frans Hals. Σε αυτή βασίστηκε η διακόσμηση και τα κοστούμια του χώρου.

Μ. Δ. (μέλος Κ.Ο.Π.Ι.)