Πληροφορίες

Σκηνοθέτης: Stanley Kubrick
Σενάριο: Stanley Kubrick, Stephen King
Ηθοποιοί: Jack Nicholson, Shelley Duvall, Danny Lloyd
Μουσική: Wendy Carlos
Φωτογραφία: John Alcott
Τοποθεσία: Η.Π.Α. 1980
Διάρκεια: 115’

Η ευφυής μεταφορά του ομώνυμου μυθιστορήματος του Stephen King από τον Stanley Kubrick, εξασφάλισε τη φήμη τους και εκτόξευσε τον Jack Nicholson στον γαλαξία των λαμπρών αστέρων. Η απόκοσμη κραυγή του «Ήρθε ο Τζόνι!» παγώνει το αίμα και αποτελεί σκηνή ανθολογίας.

Ο πρώην αλκοολικός Τζακ Τόρανς (Jack Nicholson) παίρνει τη γυναίκα του Γουέντι (Shelley Duvall) και το μικρό γιο τους Ντάνι (Danny Lloyd) να ζήσουν στο ξενοδοχείο «Overlook», ένα πολυτελές Θέρετρο στα Όρη του Κολοράντο, όπου προσλήφθηκε ως επιστάτης. Καθώς οι εβδομάδες περνούν, το ξενοδοχείο αποκλείεται από το χιόνι. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο της απόλυτης απομόνωσης, κάθε μέλος της οικογένειας βιώνει κάποιου είδους ανατριχιαστική παραίσθηση. Ο μικρός Ντάνι είναι ο πρώτος που βλέπει εικόνες από τις αιματηρές δολοφονίες που έγιναν πριν από χρόνια στο ξενοδοχείο. Στη συνέχεια ο Τζακ βυθίζεται αργά και ανελέητα στην τρέλα. Αν και δεν αποδέχεται  συνειδητά τις εμπειρίες του, γίνεται όλο και πιο αλλοπρόσαλλος, απότομος και βίαιος. Η Γουέντι, που ανησυχεί για την τάση απομόνωσης του Ντάνι και την παράλογη συμπεριφορά του Τζακ, λυγίζει τελευταία. Με πόνο συνειδητοποιεί τον κίνδυνο που πλησιάζει και παρά την εύθραυστη ψυχολογική της κατάσταση, καταφέρνει να επιβιώσει μαζί με το γιό της.

Αρχιτεκτονικά η ταινία παρουσιάζει τεράστιο ενδιαφέρον, καθώς το ίδιο το κτίριο αλλά και η διακόσμηση, αποτελούν τον κινητήριο μοχλό, δια μέσω του οποίου συσχετίζονται οι χαρακτήρες με τη πλοκή, τον τρόμο και τη θεματολογία του φιλμ. Το ξενοδοχείο μοιάζει να ανήκει σε ένα δικό του σύμπαν. Διακατέχεται από τόσο απόλυτη αρχιτεκτονική ομοιομορφία σε σημείο που η έλλειψη διαφοροποίησης να το καθιστά μη αναγνωρίσιμο. Στους καθρέπτες του μπάνιου, μέσα στο ευθύ φως που ανακλάται από λευκές, ουδέτερες επιφάνειες, η αίσθηση του χώρου αντικαθίσταται από την εξουδετέρωση της αντίληψης. Σε κάθε δωμάτιο, σε κάθε διάδρομο, ακόμα και στο λαβύρινθο του φινάλε το φώς και ο ήχος αποδίδονται σε έναν αγώνα δίχως τέλος. Στους απόλυτα ομοιογενείς διαδρόμους του λαβυρίνθου, ο Κιούμπρικ συναντά την ελληνική μυθολογία και το Μινόταυρο. Ο Τζάκ βυθίζεται στην αγριότητα του ενστίκτου και τη βίαιη έκρηξη του ασυνειδήτου, στοιχεία που ο δημιουργός διανθίζει με μεταφυσικούς στοχασμούς μνήμης.

Εκπληκτικό εύρημα πάνω στη σχέση κίνησης-τρόμου, αποτελεί το μπαλάκι του τένις που κυλά μπροστά από τον Danny κοντά στο δωμάτιο 237. Συμβολικό στοιχείο που εισάγει μία νέα έννοια στον κινηματογράφο του Κιούμπρικ: την αρχιτεκτονική κατασκευή σαν σημάδι του χώρου αλλά και του χρόνου. Η εικόνα του χρόνου σχηματίζει, η διαλύει την αίσθηση του χώρου. Όταν οι αναφορές στο χτες και το αύριο έχουν εξαφανιστεί μέσα από τη δράση του φωτός, είναι το ίδιο το φως που αποδίδει την πολυμορφία (ανύπαρκτη στην ταινία) που ζει και ταξιδεύει μέσα στο χώρο. Για το λόγο αυτό η πηγή του τρόμου στη «Λάμψη» είναι το ίδιο το φώς.

Η ταινία είναι σκοτεινή και προκαλεί αναστάτωση και αίσθημα κλειστοφοβίας στο θεατή. Ο δημιουργός επιλέγει προσεκτικά τις γωνίες και το ρυθμό της κάμερας του και μας παρασύρει στον κόσμο του τρόμου. Όπως όλα τα αριστουργήματα, έτσι και η Λάμψη υπερβαίνει την απλή μεταφορά του βιβλίου. Οι εναέριες λήψεις, η συμβολική χρήση των χρωμάτων που κόβουν την ανάσα και η επαναλαμβανόμενη εικόνα του καθρέφτη και του λαβύρινθου, θα μας βυθίσουν σε ένα παιχνίδι αρχιτεκτονικής συμμετρίας, αισθητικής ομοιογένειας και απομόνωσης από τον υπόλοιπο κόσμο, με φοβερές επιδράσεις στην ψυχολογία των ηρώων.