Το 2007 ο μεγάλος ποιητής της εικόνας Ίνγκμαρ Μπέργκμαν πέρασε στην αιωνιότητα, αφήνοντας την τελευταία του πνοή μοναχικά, στο αγαπημένο του σπίτι στο νησί Faro στις όχθες της Βαλτικής. Αυτός ο τόσο αγαπημένος του χώρος χρησιμοποιήθηκε από τον κορυφαίο δημιουργό για τα γυρίσματα πολλών ταινιών του, μεταξύ των οποίων και του αριστουργηματικού Κραυγές και Ψίθυροι. Στιλιστικά και αρχιτεκτονικά η ταινία αποτελεί πραγματικό επίτευγμα, με πρωτοποριακή χρήση του χώρου, του χρώματος, του ντεκόρ, των κουστουμιών και του φωτισμού.
Ο ίδιος ο Μπέργκμαν αναφέρει: «Η δράση εκτυλίσσεται στις αρχές του αιώνα. Γυναίκες με φορέματα κομψά, ακριβά, που τις καλύπτουν ενώ τις προβάλουν παράλληλα. Τα εσωτερικά του σπιτιού πρέπει να είναι τέτοια ώστε να προσφέρουν τη φωτεινότητα που επιδιώκουμε: Αυγές που να μη μοιάζουνε με δειλινά, απαλές ανταύγειες ξύλου, ένα φώς μυστηριακό και θαμπό ημερών που χιονίζει, το αργό σβήσιμο μιας λάμπας πετρελαίου, η τρυφεράδα ηλιόλουστων ημερών του φθινοπώρου, ένα κερί χαμένο στα σκοτάδια της νύχτας και όλοι οι ίσκιοι να σαλεύουν ξαφνικά όταν κάποια μορφή διασχίζει τις μεγάλες κάμαρες, φορώντας τη μακριά της ρόμπα. Ταυτόχρονα όμως, είναι πολύ σημαντικό το ντεκόρ να μην επιβάλλεται. Πρέπει να προσαρμόζεται, να πλαισιώνει, να είναι παρόν και διακριτικό, υποβλητικό δίχως να τραβά την προσοχή. Θα υπάρξει ωστόσο μια ιδιομορφία: Όλα τα εσωτερικά θα είναι κόκκινα, με διαφορά στις αποχρώσεις. Μη με ρωτήσετε γιατί, δεν ξέρω να σας απαντήσω. Αναζήτησα κι ο ίδιος το λόγο και οι εξηγήσεις που βρήκα ήταν η μία πιο κωμική από την άλλη. Η μοναδική ερμηνεία που στέκεται ίσως είναι ότι το χρώμα αυτό αφορά κάτι το εσωτερικό. Από μικρός φανταζόμουν πάντα την ψυχή σαν μια υγρή μεμβράνη με κόκκινες αποχρώσεις. Τα έπιπλα, οι διακοσμήσεις και τα λοιπά αντικείμενα, αν και εντελώς συγκεκριμένα θα τα κατασκευάσουμε ωστόσο με τη φαντασία μας και με τη διάθεση οπωσδήποτε να προσαρμόζονται στις επιδιώξεις μας. Όπως στα όνειρα: υπάρχει κάτι ακριβώς γιατί το επιθυμούμε ή γιατί το έχουμε ανάγκη μια δεδομένη ώρα.»
Το δράμα έχει τέσσερις ηρωίδες. Τέσσερις γυναίκες με τις οποίες ο Μπέργκμαν προσπάθησε να φωτίσει διαφορετικές πτυχές της μητέρας του, την οποία υπεραγαπούσε, για να την γνωρίσει καλύτερα. Οι αδερφές Karin και Maria, επιστρέφουν στο πατρικό τους σπίτι (αρχοντική έπαυλη που υποδηλώνει όπως και τα ντεκόρ τη μεγαλοαστική καταγωγή των χαρακτήρων), για να φροντίσουν την ετοιμοθάνατη αδελφή τους Agnes, που έχει χτυπηθεί από τον καρκίνο, με τη βοήθεια της αφοσιωμένης υπηρέτριας της Anna. Η ταινία ξεκινά με ρολόγια ένα γκρίζο πρωινό, εισάγοντας μας κατευθείαν στο θέμα: το βιολογικό θάνατο ενός ανθρώπου. Ακολουθούν σκηνές φρικτού πόνου της Agnes και τελετουργικά θρησκευτικού περιεχομένου περιγράφονται λεπτομερώς. Οι χαρακτήρες σκιαγραφούνται με σαφήνεια. Η Karin, γυναίκα που παντρεύτηκε έναν άντρα πλούσιο αλλά είκοσι χρόνια μεγαλύτερο της που δεν της εμπνέει παρά μόνο αηδία ψυχική και σωματική (χαρακτηριστική η σκηνή του αυτό-ακρωτηριασμού των γεννητικών της οργάνων). Η Maria, επίσης πλούσια αλλά παντρεμένη με έναν όμορφο άντρα ενδιαφέρεται μόνο για την εμφάνιση της και τις ηδονές που μπορεί να της προσφέρει το σώμα της. Η Agnes, είναι η ιδιοκτήτρια του σπιτιού και μένει εκεί από το θάνατο των γονιών της. Κανένας άντρας δεν μπήκε ποτέ στη ζωή της. Για κείνη ο έρωτας είναι ένα μυστικό που ποτέ δεν της αποκαλύφθηκε. Η Anna, είναι η καμαριέρα του σπιτιού. Όταν ήταν πολύ νέα είχε μία κόρη και η Agnes φρόντιζε αυτήν και το παιδί της. Το παιδί πέθανε αλλά ο σύνδεσμος της Agnes με την Anna διατηρήθηκε.
Η ταινία αποτελεί μία βαθύτατη μελέτη του πόνου, ψυχικού και σωματικού, που βιώνουν όλοι οι χαρακτήρες, χωρίς να βρίσκουν διέξοδο ούτε στη φαρμακευτική, αλλά ούτε και στη θρησκεία. Χαρακτηριστική είναι η παρουσία του ιερέα, που ομολογεί τη δική του αδυναμία πίστεως, ενώ η Agnes μετατρέπεται σε μάρτυρα. Ο Μπέργκμαν χρησιμοποιεί το υπέροχο πλάνο με το νεκρό σώμα της στην αγκαλιά της Anna, που έχει μάλιστα το στήθος γυμνό, κάνοντας ένα παραλληλισμό με την Pieta του Michelangelo. Σταύρωση και επιστροφή στη μήτρα γίνονται ένα, σε μια σκηνή ανθολογίας.
Το κόκκινο χρώμα κυριαρχεί παντού στο παρόν των ηρωίδων. Συμβολίζει το εσωτερικό της ψυχής, ίσως και το εσωτερικό της μήτρας, ενώ δημιουργεί στον θεατή την αίσθηση του αίματος (στοιχείο ζωής αλλά και θανάτου) που διατρέχει το ανθρώπινο σώμα.. Βρίσκεται στους τοίχους, στα πατώματα, στις κουρτίνες στις κουβέρτες και διασπάται μόνο από το άσπρο (παρθενία) και το μαύρο (θάνατος, θρησκευτικός φανατισμός) των φορεμάτων. Έξοχη η χρήση των flashbacks όπου το σκηνικό είναι απελευθερωμένο από το ασφυκτικό ερυθρό και ντυμένο με πιο ζεστά/φυσικά χρώματα, όπως στη σκηνή του φινάλε. Εδώ παρουσιάζεται η ειδυλλιακή εικόνα των περασμένων χρόνων της ζωής των πρωταγωνιστριών, στο ίδιο σπίτι/μήτρα που τώρα θα μείνει άδειο, νεκρό. Τις βλέπουμε όλες μαζί να απολαμβάνουν ένα περίπατο στη φύση, που κατακλύζει το κάδρο με ένα εκτυφλωτικό πράσινο (νεότητα). Σημαντικό αυτό το γενικό πλάνο σε μια ταινία που κυριαρχείται από απόλυτα ακριβή, κλειστά γκρο πλάνα στα πρόσωπα των χαρακτήρων, που αποκαλύπτουν τη μοναξιά στον ψυχολογικά φορτισμένο μπεργκμανικό κόσμο. Η φωτογραφία του Sven Nykvist είναι άριστη σε όλες τις παραπάνω απαιτητικές περιπτώσεις και δίκαια βραβεύθηκε με Όσκαρ.
Ο τίτλος της ταινίας αναφέρεται λοιπόν στις κραυγές θανάτου της Agnes, αλλά και στους ψιθύρους, την αδυναμία επικοινωνίας δηλαδή ανάμεσα στους υπόλοιπους χαρακτήρες. Κραυγές και Ψίθυροι, μια εξαιρετικά ώριμή ταινία όπου ο Ίνγκμαρ Μπέργκμαν έκτος από το θαυμάσιο στοχασμό πάνω στον πόνο και το θάνατο, θίγει πολλά από τα αγαπημένα του θέματα όπως ο γάμος, η οικογένεια, η επιστροφή στη μήτρα, η σιωπή του θεού, τα γηρατειά και γενικά το νόημα της ζωής του ανθρώπου σε ένα δρόμο με προδιαγεγραμμένο τέλος. Όλα αυτά με τη συνοδεία του πένθιμου sarabande της σουίτας για βιολοντσέλο αρ.5 σε ντο ελάσσονα του J.S.Bach, που συμβάλει στην αποκάλυψη του αιώνιου πόλεμου του σώματος με την ψυχή.
Βιβλιογραφία: Ίνγκμαρ Μπέργκμαν/Σενάρια: Κραυγές και ψίθυροι – Από τη ζωή των μαριονετών (Εκδόσεις Αιγόκερως), Πλάτων Ριβέλλης: Η φανερή γοητεία και η κρυφή συγκίνηση του κινηματογράφου (Εκδόσεις Φωτοχώρος), Στοιχεία του κειμένου: Δημητρίου Κων/νος (Μέλος Κ.Ο.Π.Ι.)