Η τρίτη ταινία συγγραφέα-σκηνοθέτη Gus Van Sant με τίτλο Το δικό μου Αϊντάχο είναι το πιο βαθυστόχαστο, συγκινητικό και άρτιο έργο του δημιουργού. Το φίλμ αυτό ακολούθησε τις Drugstore Cowboy (1989) και Mala noche (1985) του ίδιου σκηνοθέτη και όπως σχολίασε ο Desson Howe, είναι «ένα εξαίσιο κινηματογραφικό ποίημα… για την αιώνια αναζήτηση τού να ανήκει κανείς κάπου και για το μοναχικό τοπίο της ψυχής».
Χωρίς να περιορίζει την καλλιτεχνική του διάθεση ή τα πρωτοποριακά ερεθίσματα του για να ικανοποιήσει την κοινή γνώμη – κάτι για το οποίο άλλωστε κατηγορήθηκε αργότερα με τα κοινότυπα μελοδράματα Ο ξεχωριστός Γουίλ Χάντινγκ (1997) και Ανακαλύπτοντας τον Φόρεστερ (2000) – ο Van Sant δημιουργεί μια ιστορία που βασίζεται ισότιμα τόσο στις εικόνες όσο και στις λέξεις και καταφέρνει να κερδίσει τους θεατές. Πράγματι, η επιλογή των νεαρών καρδιοκατακτητών Keanu Reeves (ίσως στον καλύτερο ρόλο της καριέρας του μέχρι σήμερα) και River Phoenix (Χάθηκε άδοξα στα 23 από υπερβολική δόση ναρκωτικών στο απόγειο μιας λαμπρής καριέρας) στους πρωταγωνιστικούς ρόλους, καθιστούσε την ταινία μια σίγουρη εμπορική επιτυχία.
Από την άλλη, το Δικό μου Αϊντάχο πραγματεύεται τα προβλήματα της έλλειψης στέγης, της ομοφυλοφιλίας και της παιδικής πορνείας και παρουσιάζει έναν πρωταγωνιστή που πάσχει απο ναρκοληψία και βασανίζεται απο ρομαντικές αναμνήσεις της μητέρας του που τον εγκατέλειψε όταν ήταν μικρός. Το γεγονος αυτό καθώς και η τιμητική αναφορά στη μεταφορά του σαιξπηρικού Ερρίκου Δ ́ από τον Orson Welles, μέσα απο μια συνειδητή αναχρονιστική χρήση λυρισμού σε πολλές βασικές σκηνές, συντελούν στην αποξένωση ή ακόμα και στην απομάκρυνση του Van Sant από το ανυποψίαστο αμερικανικό κοινό. Παρά την ιδιομορφία της τόσο στην αφήγηση όσο και στο στίλ της, η ταινία αγαπήθηκε και βραβεύτηκε σε πολλά διεθνή κινηματογραφικά φεστιβάλ.
Το Δικό μου Αϊντάχο, που πήρε τον τίτλο της από το ομώνυμο τραγούδι των B-52, επικεντρώνεται στη σχέση δύο νεαρών αλητών, του Μάικ (Phoenix) και του Σκότ (Reeves), που ζουν στους δρόμους του Πόρτλαντ, στο Όρεγκον των ΗΠΑ. Είναι μέλη άγριων και περιθωριακών οικογενειών οι δύο νεαροί βρίσκουν στέγη σε ένα ετοιμόρροπο σπίτι και πουλούν το κορμί τους, σε όποιον το αγοράζει, προκειμένου να επιβιώσουν. Τελικά αποκαλύπτεται πως ο Σκότ ειναι ο επαναστάτης γόνος μιας ευκατάστατης οικογένειας απο το Πόρτλαντ, που επέλεξε αυτό τον τρόπο ζωής κυρίως για να εξευτελίσει και να ταπεινώσει τον πατέρα του. Αντίθετα, ο Μάικ είναι ακριβώς αυτό που φαίνεται: ένα ήσυχο, ονειροπόλο αγόρι, ερωτευμένο με τον καλύτερό του φίλο, που αποκοιμιέται εύκολα στις πιο ακατάλληλες ώρες και έχει την έμμονη ιδέα να βρεί τη χαμένη μητέρα του. Η εμμονή αυτή του Μάικ δίνει την αφορμή για το ασύνδετο (αλλά ποτέ αργό) ταξίδι των δύο φίλων απο το Αϊντάχο στην Ιταλία, σε αναζήτηση του μύθου της μητρικής αγάπης.
Σε αυτή την τρυφερή αλλά χωρίς συναισθηματισμούς ταινία ο Van Sant επιτυγχάνει όσο κανένας άλλος τη μεταφορά της υποκειμενικής εμπειρίας της αποπροσανατολισμένης και απογοητευμένης νεολαίας.