Πληροφορίες

Σκηνοθέτης: Thomas Vinterberg
Σενάριο: Thomas Vinterberg, Mogens Rukov
Ηθοποιοί: Ulrich Thomsen, Henning Moritzen, Thomas Bo Larsen, Paprika Steen
Βραβεία: Μεγάλο βραβείο στο φεστιβάλ Καννών, βραβείο καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας απο την ένωση κριτικών της Νέας Υόρκης κ.α.
Τοποθεσία: Δανία 1998
Διάρκεια: 105'

Το 1995 τέσσερις δανοί σκηνοθέτες με πρωτεργάτες τους Lars von Trier και Thomas Vinterberg δημιούργησαν το «Δόγμα», ένα νέο είδος κινηματογράφησης απηλαγμενο από τις φόρμες και την αισθητική των μέχρι εκείνη την εποχή φιλμογραφικων δεδομένων. Ο στόχος του ήταν μια ρεαλιστική δραματουργία και η αλήθεια που θα μπορούσε να αναδειχθεί μόνο από την συναισθηματική δύναμη του σεναρίου και της ερμηνείας των ηθοποιών. Το πρώτο φιλμ που πληρούσε όλους τους κανόνες του δόγματος ήταν το “Festen” (Η οικογενειακή γιορτή), η δεύτερη ταινία του Τόμας Βίντερμπεργκ.

Η ιστορία της ταινίας εκτυλίσσεται στη Δανία στη διάρκεια ενός καλοκαιρινού 24ωρου. Ο Χέλγκε, ένας πλούσιος επιχειρηματίας, πατριάρχης και κύριος του σπιτιού γιορτάζει τα γενέθλια των 60 χρόνων του. Συγγενείς και φίλοι καταφτάνουν στο σπίτι του. Ανάμεσα τους στο τραπέζι, η γυναίκα του και τα τρία παιδία τους. Ο Χέλγκε ζητάει από τον πρωτότοκο γιο του Κρίστιαν να μιλήσει για την δίδυμη αδερφή του Λίντα που είχε πνίγει πριν ακριβώς από ένα χρόνο. Στα δωμάτια και στους διαδρόμους, αρχίζει σιγά σιγά να ξετυλίγεται μια ιστορία κρυφών, ερωτικών σχέσεων, ψευδών και υποκρισίας που τελικά θα ξεσπάσει σε σκανδαλώδεις αποκαλύψεις τρομερών μυστικών και ένα ανέλπιστο, συγκλονιστικό φινάλε.

Το να επιβάλλει κάποιος στον τρόπο κινηματογράφησης τόσο περιοριστικούς κανόνες όπως αυτοί του «δόγματος», μπορεί παραδόξως να αποτελέσει τον ιδανικό τρόπο να δεκαπλασιάσει την δημιουργικότητα. Όταν η μοναδική ανησυχία είναι η ουσία της δραματουργίας, τα υπόλοιπα βοηθητικά μέσα δεν αποτελούν είδος πρώτης ανάγκης. Στην περίπτωση της «οικογενειακής γιορτής» αυτή η έκφραση της δραματουργίας απελευθερώνει μια τόσο έντονα συναισθηματική δύναμη ώστε οι αντιστοίχου περιεχομένου ταινίες να φαίνονται παιδικές. Οι κανόνες του «δόγματος» που ακολουθεί απόλυτα ο Βίντερμπεργκ εξυπηρετούν με τον καλύτερο τρόπο το θέμα του. Ένα εξαιρετικά περιοριστικό, ενδεχομένως ανύπαρκτο, κάδρο, η κάπως ασταθής μηχανή, που ακολουθεί τα πρόσωπα, τονίζοντας την αστάθεια στην όλη ατμόσφαιρα, η χρήση αληθινών ντεκόρ, τα χωρίς κανένα μακιγιάζ πρόσωπα, γυμνά και απροστάτευτα μπροστά στον φακό, όλοι οι αυστηρότατοι κανόνες αυτής της νέας φορμαλιστικής αναζήτησης αποτελούν σε αυτή τη ταινία το ιδανικό μέσο στο δύσκολο αγώνα ανάσυρσης στην επιφάνεια της αλήθειας. Του τραγικού μυστικού μιας κατά τα αλλά αξιοπρεπούς μεγαλοαστικής οικογένειας, της πατριαρχικής αλαζονείας, των εγκληματικών ηθικών αρετών αυτής, όλες αυτές τις ρωγμές στα θεμέλια της οικογένειας. Η μάχη των τραγικών παιδιών του Χέλγκε, είναι μια μάχη απέναντι στον ίδιο τους τον εαυτό και σε ό,τι απέτυχε να θάφτει στη λήθη του χρόνου. Είναι μια πάλη απέναντι στην υποκρισία της αστικής κοινωνίας, η πιο προσωπική εκδίκηση που   επιπλέον εξελίσσεται  και σε  μια μορφή κοινωνικής αυτοκάθαρσης – το υπηρετικό προσωπικό και οι φίλοι βοηθούν στην εκπλήρωση του σχεδίου εκδίκησης. Στόχος του Βίντερμπεργκ είναι να αποκαλύψει πόσο σαθρές είναι οι βάσεις στις οποίες στηρίζεται ο σύγχρονος αστικοποιημένος τρόπος ζωής και πόσο παράλογα δομημένη είναι η μεγαλοαστική κοινωνική ηθική. Δεν παραλείπει εξάλλου και τον καυστικό σχολιασμό σύγχρονων φαινομένων της δανέζικης πραγματικότητας όπως ο ρατσισμός και η ξενοφοβία. Και όλα αυτά μέσα από ρυθμούς εξιστόρησης της μυθοπλασίας καταιγιστικούς, με σκηνές που σοκάρουν με την σκληράδα και την ωμότητα τους, όμως απόλυτα ρεαλιστικές και διανθισμένες με ένα χιούμορ που αγγίζει τα όρια του μαύρου.

Το σινεμά για τον Βίντερμπεργκ δεν είναι τεχνική, είναι τέχνη. Δεν είναι θέαμα, είναι συναίσθημα. Και το συναίσθημα, το αληθινό συναίσθημα, είναι αναμφισβήτητα παρών στην «οικογενειακή γιορτή».