Πληροφορίες

Σκηνοθέτης: Peter Bogdanovich
Σενάριο: Larry McMurtry
Φωτογραφία: Robert Surtees
Ηθοποιοί: Timothy Bottoms, Jeff Bridges, Cybill Shepherd, Ben Johnson, Ellen Burstyn
Βραβεία: Η ταινία κέρδισε τα Όσκαρ Β' ανδρικού και Β' γυναικείου ρόλου, και είχε άλλες 6 υποψηφιότητες μεταξύ των οποίων αυτές για τα όσκαρ καλύτερης ταινίας και σκηνοθεσίας. Η ταινία κέρισε ακόμη βραβεία BAFTA, χρυσές σφαίρες και διακρίσεις από την ένωση κριτικών της Νέας Υόρκης.
Τοποθεσία: Η.Π.Α. 1971
Διάρκεια: 118'

Λαμπρή μελέτη της ζωής σε μια μικρή πόλη του Τέξας, την Αναριν κατά την διάρκεια της δεκαετίας του ‘50 (Νοέμβριος 1950 Νοέμβριος 1952) και του πως οι ζωές των χαρακτήρων μπλέκονται, από το μυθιστόρημα του Larry McMurtry (αυτός και ο Μπογντάνοβιτς έγραψαν το σενάριο). Πάντα φάνταζε πολύ ζεστή ή πολύ κρύα η Αναριν. Ένας άνεμος φυσά στον έρημο κεντρικό δρόμο της και τρυπώνει και στο μαγαζί του Σαμ του Λιονταριού. Εκείνος σηκώνει τους ώμους του και χώνεται πιο βαθιά στο μπουφάν του. 0 Duane και ο Sonny υποθέτουμε πως έχουν σπίτια να επιτρέψουν, όμως δεν τους βλέπουμε ποτέ να το κάνουν οι ζωές τους περιστρέφονται γύρω από τα αυτοκίνητα τους. Στο σχολείο ένας καθηγητής τους διαβάζει κάποτε πως, η αλήθεια είναι ομορφιά και η ομορφιά αλήθεια, αλλά και τα δυο μοιάζουν μακρινά και ξένα για εκείνους. Το πιο όμορφο πράγμα που συμβαίνει για παράδειγμα από Sonny είναι ότι βρίσκεται στο κρεβάτι με την σαραντάχρονη γυναίκα του προπονητή της ομάδας, την ίδια στιγμή που ο Duane φλερτάρει με την Jacy, που παρά το γεγονός πως τον θέλει, έχει ως στόχο ένα πλούσιο άνδρα από μια διπλανή πόλη – μοναδική της ίσως λύση για να ξεφύγει από την Αναριν που τόσο και εκείνη απεχθάνεται. 0 Μπογντάνοβιτς με την πολύτιμη Βοήθεια του Robert Surtees, που επιμελήθηκε την φωτογραφία χρησιμοποιεί μακρινά πλάνα που κάνουν εντονότερη την εικόνα της ερημιάς στην πόλη και της μιζέριας, που αποτυπώνεται στα μάτια μας,πρώτα ως στοιχείο των κτιρίων, αλλά κυρίως ως στοιχείοτων χαρακτήρων κατοίκων της πόλης. Υπέροχα φωτογραφημένο σε μαύρο & άσπρο από τον Robert Surtees, η δουλειά του οποίου στην ταινία προτάθηκε και για Όσκαρ. Οταν το 1971 η ταινία βγήκε στις αίθουσες για πρώτη φορά, έκανε ιδιαίτερη αίσθηση στο κοινό γιατί έμοιαζε καινούρια και μαζί παλιά καθώς ναι μεν αποτελούσε ένα φόρο τιμής στην προηγούμενη γενιά σκηνοθετών του κλασσικού αμερικάνικου κινηματογράφου (Χωκς, Φορντ, κ.α.), αλλά συνάμα ο ίδιος ο Μπογντάνοβιτς ήταν κομμάτι μιας νέας γενιάς πρωτοπόρων δημιουργών που οδηγούσε τον κινηματογράφο σε μια πιο ελεύθερη, mo ορμητική κατεύθυνση. 0 Μπογντάνοβιτς ακόμα χρησιμοποίησε μουσική ποπ, σε επιμέλεια του Hank Williams, η οποία μάλιστα ακουγόταν σε διάφορες σκηνές, από αληθινές πηγές, όπως τζουκμποξ και ραδιόφωνα, κάτι που ήταν εντελώς νέο. Οσο για τον τίτλο του φιλμ «Η Τελευταία Παράσταση», αναφέρεται στο κλείσιμο του μοναδικού κινηματογράφου της πόλης, ένας συμβολισμός από τον σκηνοθέτη και την γενιά του, για το τέλος της εποχής της αθωότητας. Στο τέλος ο Μπογντάνοβιτς δείχνει λίγα πλάνα από τους ηθοποιούς του με τίτλους που δίνουν το όνομα το τους καθώς και τον χαρακτήρα τους στην ταινία, κάτι που μας θυμίζει το τέλος στον «Πολίτη Κέιν» του Όρσον Γουελς, που συνειρμικά, μας φέρνει επίσης, στο νου μια φράση από αυτή την ταινία: «Ημουν εκεί πριν την αρχή… και τώρα είμαι εδώ μετά το τέλος». Ετσι ο Μπογντάνοβιτς ήταν εκεί μετά το τέλος, και εκείνος. Στις αρχές του 1990, συγκέντρωσε και πάλι πολλούς από το αρχικό καστ για το «Texasville», την συνέχεια της Τελευταίας Παράστασης, 30 χρόνια περίπου μετά την πρώτη ταινία.