Η Ρόμα αποτελεί ένα αριστουργηματικό ντοκιμαντέρ που ακροβατεί στα όρια του ρεπορτάζ, της μυθοπλασίας, της αυτοβιογραφίας, του σινεμά-βεριτέ και του δραματοποιημένου ντοκιμαντέρ. Η ταινία είναι δομημένη σε επεισόδια καθένα από τα οποία χρησιμοποιεί και από ένα διαφορετικό αφηγηματικό ύφος. Το πρώτο επεισόδιο σχετίζεται με την Ρώμη των σχολικών αναμνήσεων του Φελίνι και των νεανικών του περιπετειών στα προπολεμικά χρόνια. Ακολουθεί η είσοδος στη σύγχρονη Ρώμη μέσα από μια κεντρική αρτηρία με κυκλοφοριακό κομφούζιο. Από εκεί και ύστερα θαρρείς και ο σκηνοθέτης επιτρέπει στον εαυτό του την πλήρη απεξάρτηση από τα δεσμά της αφήγησης. Βλέπουμε μάγκες σκηνές με σκιές στη ρωμαϊκή νύχτα. Βλέπουμε τα αγάλματα της αρχαίος Ρώμης με τις πόρνες να κάνουν πιάτσα οίκους ανοχής για φτωχούς αλλά και πλούσιους, αμερικανίδες τουρίστριες και ιταλοί ζιγκολό, σκηνές του παρόντος, αλλά παράλληλο και του παρελθόντος όπως η αεροπορική επιδρομή και η λαϊκή επιθεώρηση ενώ κορυφαία είναι η στιγμή που από τις ανασκαφές του μετρό αποκαλύπτεται ένα ρωμαϊκό μνημείο το οποίο καταστρέφεται από τον μολυσμένο αέρα της σύγχρονης πόλης. Η Ρώμη του καθολικισμού, των καρδιναλίων, του Βατικανού είναι επίσης παρούσα με μια γροτέσκα, σατυρική και βαθιά ειρωνική επίδειξη θρησκευτικής μόδας, ενώ προς το τέλος της ταινίας ο φακός περιπλανιέται στη Ρώμη των καλλιτεχνών, των νέων, των χίπηδων που ξεφαντώνουν στην πιάτσα ντι Σπάνια. Τελικά όλα καταλήγουν στην υπέροχη σκηνή του τέλους όπου θορυβώδεις μοτοσικλετιστές σαν νέοι άγγελοι εξολοθρευτές διατρέχουν όλη τη νυχτερινή Ρώμη, ενώ η κάμερα παρακολουθεί με τρελές κινήσεις την πορεία τους.
Η «Ρώμη» είναι μια ταινία προσωπικό ντοκουμέντο. Μέσα από χιούμορ και κινηματογραφική φόρμα ελεύθερη από δεσμεύσεις, με μια μηχανή που κινείται με απρόβλεπτο νεύρο με καταιγισμό χρωμάτων και τολμηρό μοντάζ κτίζεται ο γεμάτος νοσταλγία και αγάπη κόσμος του Φελίνι. Η Ρώμη σαν αρχιτεκτονικό έργο, σαν περιβάλλον που υφίσταται το πέρασμα του χρόνου και σαν φαινόμενο που υφίσταται ανάλυση και σύνθεση συγκροτείται κινηματογραφικά μόνο στον κινηματογράφο του Φελίνι. Τη στιγμή που το Μιλάνο αναδεικνύεται ένα βίαιο ρινγκ για τον Ρόκο και τ’ αδέρφια του (Λουκίνο Βισκόντι, 1960) η Ρώμη του Φελίνι παραμένει μαλακή σαν υπογάστριο, ακόμα και όταν βουλιάζει στην κραιπάλη της Ντόλτσε Βίτα (1960) και του Σατύρικον (1970). Για τον Φελίνι η ζωή -η γλυκιά ζωή- θα περάσει στην αιώνια πόλη: είναι μοιραίο.
Πλάτων Ριβέλλης: Η φανερή γοητεία και η κρυφή συγκίνηση του κινηματογράφου “δεκατρείς σκηνοθέτες και το έργο τους” Εκδόσεις φωτοχώρος