Η «Πόλη του Θεού» είναι ένα συγκρότημα κατοικιών στο Ρίο Ντε Τζανέιρο, χτισμένο το 1960, το οποίο στη διάρκεια της δεκαετίας του ‘80, έγινε ένα από τα πιο επικίνδυνα μέρη στην πόλη. Η ταινία παρακολουθεί δύο παιδιά που μεγαλώνουν στο σκληρό αυτό περιβάλλον κατά τη διάρκεια αυτής της εικοσαετίας. Βία, ναρκωτικά, μάχες συμμοριών, ένας δύσκολος δρόμος προς την ενηλικίωση. Ο μικρός Φουζέ θα ανακαλύψει σύντομα ότι η θέση του δεν είναι εκεί. Έχοντας το μάτι ενός καλλιτέχνη πολύ γρήγορα θα πιάσει στα χέρια του μια φωτογραφική μηχανή, μέσα από την οποία θα δει τη ζωή αλλιώς, κάνοντας τα πρώτα του βήματα προς τη λύτρωση.
Μέσα από την ταινία παίρνουμε μια βίαιη και ζοφερή εικόνα της ζωής σ’ ένα χώρο που μοιάζει περισσότερο με στρατόπεδο συγκέντρωσης, όπου η ζωή είναι το ίδιο φτηνή όσο κι ένα κοτόπουλο. H ταινία μάλιστα αρχίζει συμβολικά με έναν από τους νεαρούς πρωταγωνιστές της, αφηγητή της όπως ανακαλύπτουμε στη συνέχεια, να ετοιμάζεται να φωτογραφήσει ένα κοτόπουλο στη μέση ενός δρόμου, ενώ από τις δύο πλευρές πρόκειται να ξεσπάσει μια βίαιη σύγκρουση ανάμεσα σε μια επικίνδυνη συμμορία νεαρών εγκληματιών και τους βαριά οπλισμένους, διεφθαρμένους αστυνομικούς.
Η βραζιλιάνικη μεγαλούπολη του Ρίο Ντε Τζανέιρο παίζει σημαντικό ρόλο στην ταινία και γίνεται ακόμη ένας από τους χαρακτήρες της. Πόλη αντιθέσεων, με τεράστιους υπερπολυτελείς ουρανοξύστες από τη μία και ολόκληρες συνοικίες με παράγκες από την άλλη, δηλαδή μια ιδιότυπη ταξική γεωμετρικότητα που χρησιμοποιείται συμβολικά από το δημιουργό. Μέσα στις φαβέλες παιδιά μεταξύ 8 και 12 ετών περνούν στην ενηλικίωση σνιφάροντας, κλέβοντας και εξοντώνοντας ο ένας τον άλλο. Και όλα αυτά μόλις δύο βήματα από το Ρίο, από το καρναβάλι και από το ξέφρενο γλέντι της εξωτικής Βραζιλίας. Σ’ ένα γκέτο που τα στοιβαγμένα και ανθρώπινα «σκουπίδια», χλευαστικά το ονόμασαν Cidade de Deus (Πόλη του Θεού). Σήμα κατατεθέν του Ρίο είναι άλλωστε το γιγάντιο άγαλμα του Ιησού πάνω από την πόλη, το οποίο ο Fernando Meirelles καδράρει με δεξιοτεχνικά πανοραμικά πλάνα, γεμάτα ειρωνεία και σαρκασμό. Εκεί συντελείται μία από τις πιο σπαρακτικές ανθρωποφαγίες στην ιστορία του πολιτισμού μας. Νήπια γκετοποιημένα και πλήρως απομονωμένα εγκληματούν, στρέφοντας τελικά την κάνη προς τον ίδιο τον εαυτό τους.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η ταινία είχε μεγάλη απήχηση στη Βραζιλία και ότι ήταν υποψήφια για το βραβείο Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας, καθώς και για την αντίστοιχη χρυσή σφαίρα το 2002.
Στοιχεία για το κείμενο αντλήθηκαν από κριτική του Δημήτρη Δανίκα και από ιδέες μελών της Κ.Ο.Π.Ι.