Πληροφορίες

Σκηνοθέτης: Woody Allen
Σενάριο: Woody Allen
Φωτογραφία: Carlo Di Palma
Ηθοποιοί: Woody Allen, Michael Caine, Mia Farrow, Carrie Fisher, Barbara Hershey, Lloyd Nolan, Maureen O'Sullivan, Daniel Stern, Max von Sydow, Dianne Wiest
Βραβεία: Η ταινία κέρδισε τα Όσκαρ Β' ανδρικού ρόλου, Β' γυναικείου ρόλου και σεναρίου, ενώ ήταν υποψήφια και για τα Όσκαρ καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, σκηνογραφίας και μοντάζ. Επίσης κέρδισε τα βραβεία BAFTA καλύτερης σκηνοθεσίας και σεναρίου και είχε άλλες 6 υποψηφιότητες, πήρε το βραβείο cesar καλύτερης ξενόγλωσης ταινίας απο τη Γαλλική ακαδημία κινηματογράφου κ.α.
Τοποθεσία: Η.Π.Α. 1986
Διάρκεια: 103'

H ταινία του Γούντι  Άλλεν «Η Χάννα και οι Αδερφές της», είναι οργανωμένη σαν μία νουβέλα χωρισμένη σε επεισόδια. Κάθε επεισόδιο ξεκινά με ένα τίτλο ή μία ατάκα κάνοντας την ταινία να δίνει την αίσθηση της προόδου μέσα στις ζωές των πόλλων ηρώων της. Τότε είναι που αυτή η δομή αναταράσσεται και χάνεται μέσω της ενέργειας και του πάθους των πρωταγωνιστών. Κοντά στο τέλος της ταινίας οι τίτλοι και οι ατάκες κάνουν μία ειρωνική σημείωση. Προσπαθούμε να οργανώσουμε τις ζωές μας σύμφωνα με οτι έχουμε διαβάσει, μάθει ή έχουμε πιστέψει αλλά στο τέλος πάντα χανόμαστε στην δίνη των συναισθημάτων μας.

Η υπόθεση διαδραματίζεται μέσα σε δύο χρονια άπο την ζωή των πρωταγωνιστών, νεουορκέζων  που δουλεύουν στις δυο μεγαλύτερες  βιομηχανίες του Μανχάταν, την τέχνη και το χρήμα. Ξεκινά και τελειώνει στο οικογενειακό τραπέζι των Ευχαριστιών με το γεύμα στην μέση της ταινίας να αποτελεί ένα σημείο αλλαγής για πολλούς από τους πρωταγωνιστές. Ο Έλιοτ είναι παντρεμένος με την Χάννα αλλά τον έχει τυφλώσει ένας ξαφνικός πόθος για την Λί την αδερφή της Χάννα. Η Λί μένει μαζί με έναν βασανισμένο καλλιτέχνη τον Φρέντερικ, ο οποιός της φερεταί σαν παιδί ή σαν μαθήτριά του. Ο Φρέντερικ είναι τόσο απομονωμένος άπο την ανθρώπινη επαφή ώστε η Λί να είναι ο τελευταίος σύνδεσμός του με την πραγματικότητα. Η Λί και η Χάννα έχουν και μια τρίτη αδερφή, την Χόλυ. Οι τρείς αδερφές  συμπληρώνουν η μία την άλλη. Η Χάννα είναι ικανή και προσγειωμένη, η Λί είναι συναισθηματική και αισθησιακή και η Χόλυ είναι γεμάτη από τικ και ανασφάλειες. Όλες μάζι  αποτελούν τη «Γυναίκα» ως ιδέα πιο πολύ, παρά ως άνθρωπο.

Ο Άλλεν παίζει τον Μίκη, έναν νευρωτικό στέλεχος ενός τηλεοπτικού σταθμού που ζεί με τον συνεχή φόβο της αρρώστιας και του θανάτου. Ήταν κάποτε παντρεμένος με την Χάννα. Ακόμα και μετά απο τον γάμο της Χάννα και του Έλιοτ ο Μίκη παραμένει μέλος της οικογένειας. Προσφέρει όμως  και έναν δεύτερο πιο διακριτικό ρόλο. Όλη η ιστορία διαδραματίζεται μέσα απο τα μάτια του, όχι του Μίκη αλλά του Άλλεν. Από τις πρώτες του ταινίες μάθαμε να αναγνωρίζουμε τον τόνο, τη φωνή και το στύλ της προσέγγισης του.

Ο Άλλεν προσεγγίζει το υλικό του σαν ένας έξυπνος, ειρωνικός  και φοβητσιάρης ξένος. Το συνεχόμενο παράπονο του είναι ότι οι ήρωες του συνεχίζουν τις ζωές τους, τα σχέδια τους και τις μοιχίες τους γιατί δεν μοιράζονται το πρόβλημα του, που είναι οτι βλέπει μέσα απο τα πάντα, και αυτο που βλέπει άπο την άλλη πλευρά των πάντων είναι ο προδιαγεγραμμένος θάνατος. Γράφει και σκηνοθετει με τόση δύναμη και σιγουριά σε αυτήν την ταινία, που γίνεται απλως μια αφηγηματική φωνή. Δεν πρόκειται για μια κωμωδία, παρότι διαθέτει στιγμές γέλιου, αλλά ούτε και για τραγωδία αν και θα μπορούσε να είναι αν το σκεφτούμε καλα. Προτείνει οτι η ζωή στις μεγαλουπόλεις είναι τοσο αγχώδης, τόσο αφηρημένη, τοσο γεμάτη με φιλοδοξία και πολυπλοκότητα που δεν υπάρχει χρόνος να σταματήσουμε και να απορροφήσουμε το νόημα των πραγμάτων. Ούτε η κωμωδία ούτε η τραγωδία έχουν θέση εδώ, υπαρχούν πολλοί άλλοι καλεσμένοι στο πάρτι.

Και όμως τελικά υπάρχει τραγωδία θαμένη στη ταίνια, και αυτο βασίζεται στο στάτους του Μίκη ως περιθωριακού ξένου. Οι υπολοιποί  συνεχίζουν με τις ζωές τους, αλλα ο Μίκη έχει κολήσει με τα παράπονα του. Φοβάται την αρρώστια και τον Θάνατο. Όχι μόνο είναι σίγουρος ότι δεν υπάρχει μετά θάνατον ζωή, αλλά φοβάται πιο πολύ ότι και αυτή η ζωή είναι μια απάτη. Αυτό που χαρακτηρίζει όλη την ταινία είναι η ζήλεια του Μίκη (και του Άλλεν) που δεν μπορεί να είναι τοσο χαρούμενος και τυχερός ώστε να μπορέσει να πεί οτι έχει την απάντηση. Και τελικά, με το τέλος της ταινίας, ο Μίκη έχει την απάντηση του, με τον δικό του τρόπο.

Βιβλιογραφία: Αποσπάσματα του κειμένου ανήκουν σε κριτική του Rogert Ebert.