Πληροφορίες

Σκηνοθέτης: Martin Scorsese
Σενάριο: Paul Schrader
Μουσική: Bernard Herrmann
Φωτογραφία: Michael Chapman
Ηθοποιοί: Robert De Niro, Jodie Foster, Albert Brooks, Harvey Keitel, Leonard Harris, Peter Boyle, Cybill Shepherd
Βραβεία: Η ταινία κέρδισε το χρυσό φοίνικα στο φεστιβάλ των Καννών, ήταν υποψήφια για τα Οscar καλύτερης ταινίας, Α’ ανδρικού ρόλου, Β’ γυναικείου ρόλου και μουσικής κ.α.
Τοποθεσία: Η.Π.Α. 1976
Διάρκεια: 113’

Ο Τράβις Μπίκλ βετεράνος του Βιετνάμ, βρίσκεται στη Νέα Υόρκη χωρίς δουλειά. Υποφέροντας από αϋπνίες γίνεται οδηγός ταξί σε μία εταιρία, από τις έξι το απόγευμα ως τις έξι το πρωί. Μένει σε ένα άθλιο διαμέρισμα, μέσα στο οποίο συντάσσει το εκ βαθέων ημερολόγιο του και βγαίνει μόνο για να δουλέψει ή να δει πορνογραφικές ταινίες. Συχνάζει σε μια καφετέρια, στέκι των οδηγών ταξί, αλλά του είναι δύσκολο να επικοινωνήσει με αυτούς. Δεν έχει κανένα φίλο και η ηθική παρακμή της πόλης τον κάνει να επαναστατεί. Ελκύεται από μία όμορφη ξανθιά κοπέλα, την Μπέτσυ, που δουλεύει στην προεκλογική καμπάνια του γερουσιαστή Παλαντάιν. Αυτή δέχεται να βγει ραντεβού μαζί του και ο Τράβις την πηγαίνει να δουν μια ταινία πορνό. Ταπεινωμένη τον εγκαταλείπει. Ο Τράβις εξασκείται συνέχεια με τα όπλα και γυμνάζει το σώμα του. Αποφασισμένος να σκοτώσει τον Παλαντάιν πηγαίνει σε μια συγκέντρωση του ξυρισμένος σαν ινδιάνος Μοχώκ, αλλά ένας άντρας της μυστικής υπηρεσίας τον αναγνωρίζει και ο Τράβις τρέπεται σε φυγή. Πηγαίνει στο στέκι της Ήζυ (εύκολη), μιας νεαρής πόρνης δεκατριών ετών που κάποτε την είχε δει να τη δέρνει ο προστάτης της, αποφασισμένος να τη σώσει και μέσα σε ένα όργιο αίματος σκοτώνει τον προστάτη της, έναν πελάτη κι έναν μεσάζοντα. Στη συνέχεια προσπαθεί να αυτοκτονήσει, αλλά δεν έχει πια σφαίρες. Οι εφημερίδες τον ηρωοποιούν και οι γονείς της Ήζυ του στέλνουν θερμά ευχαριστήρια. Μια μέρα στο ταξί του ανεβαίνει η Μπέτσυ. Την πηγαίνει σπίτι της και της χαρίζει την κούρσα. Ο Τράβις Μπίκλ έχει γίνει ένας μοναχικός στρατιώτης του θεού.

Δεν μπορεί να εννοηθεί πως ένα σενάριο σαν αυτό του ταξιτζή θα μπορούσε να αφήσει αδιάφορο τον Μάρτιν Σκορσέζε, αφού περιέχει όλα τα θέματα που χαρακτηρίζουν το έργο του: Την αμαρτία, τη λύτρωση, τη χάρη. Ο Τράβις Μπίκλ είναι ένα ανώριμο πνεύμα που αναζητάει την ταυτότητα του, διψάει για την αγνότητα και βαδίζει μέσα σε ένα σύμπαν διεφθαρμένο. Η Θεία Χάρη είναι πέρα από αυτόν κι έτσι δεν του απομένει παρά η γεύση της αμαρτίας και η κλίση για τη λύτρωση. Καθώς δεν αντέχει την πρώτη, κάνει τον εαυτό του να τρέξει προς τη δεύτερη.

Ο ταξιτζής είναι ένας φανατικός. Είναι ένας αδίστακτος στρατιώτης στην υπηρεσία του θεού. Χαράζει ένα σταυρό στις σφαίρες που θα χρησιμοποιήσει για να εξαλείψει τους κακούς. Πως ένα θεώρημα μπορεί να γίνει αίμα; Πως ένας άνθρωπος που δεν μπορεί να έχει ούτε καν το δικό του θάνατο, μπορεί να χαρίσει το θάνατο στους άλλους; Ο Τράβις Μπίκλ ζει σε μια πόλη που ταυτίζεται με την κόλαση, μια κόλαση από την  οποία ούτε οι άγγελοι δεν μπορούν να ξεφύγουν (Μπέτσυ). Ο Παλαντάιν είναι ψεύτης κι ο Τράβις τον αντιμετωπίζει κουρεύοντας τα μαλλιά του σαν ινδιάνος Μοχώκ, σύμβολο της απαρχής και της αγνότητας του αμερικανικού έθνους. Ο ταξιτζής σκοτώνει μαύρους ληστές, σκοτώνει μαστροπούς για να γλιτώσει την Ήζυ και να την ξαναβαπτίσει, σαν σωστός απόστολος που είναι σε Ίρις. Η τραγωδία του «Ταξιτζή» δεν έγκειται ούτε στη μοναξιά, ούτε στην τρέλα του Τράβις, ούτε καν στη μολυσμένη πόλη που τον περιβάλλει. Ο Σκορσέζε περιγράφει έτσι τον ήρωα του: «Να ένας τύπος που πάει να σώσει ανθρώπους που δεν θέλουν να σωθούν και που καταλήγει να τους κάνει κακό». 

Η συνεργασία του Σκορσέζε με τον Σραίηντερ έδωσε τους καρπούς της και σε ότι αφορά το ντεκουπάζ της ταινίας. Ο Σραίηντερ έχει γράψει μια μελέτη με τον τίτλο «Το υπερβατικό ύφος στον κινηματογράφο: Όζου, Μπρεσόν, Ντράγερ». Έτσι στον «Ταξιτζή» φαίνεται μια επίδραση στο ντεκουπάζ και το μοντάζ από σκηνοθέτες σαν τον Μπρεσόν και τον Όζου, επίδραση που δεν είχε ξαναπαρουσιαστεί στο σκορσεζιανό έργο, τουλάχιστον με τέτοια αυστηρότητα. Καταρχάς η ταινία θυμίζει εν πολλοίς το έργο του Μπρεσόν «Ο πορτοφολάς», τόσο στην κατασκευή, όσο και στο θέμα της αντίθεσης ανάμεσα στις εγκληματικές πράξεις του ήρωα και την εναγώνια αναζήτηση της χάρης από την ψυχή του. Επίσης στη δεύτερη εμφάνιση του ταξί έχουμε ένα στυλ στο καδράρισμα κι ένα ρυθμό στο μοντάζ που θυμίζουν έντονα τους προαναφερθέντες σκηνοθέτες: τράβελιγκ λατεράλ στο μπροστινό αριστερό μέρος του αυτοκινήτου, μετά μια συνέχεια πλάνων από την πίσω μεριά και τράβελινγκ λατεράλ στα πεζοδρόμια. Πιο ύστερα έχουμε μια γρήγορη εναλλαγή πλάνων στο ταξίμετρο, στα φώτα νέον, επιστροφή στο ταξίμετρο και τέλος μια σειρά με τα φώτα της κυκλοφορίας. Αργότερα όταν ο Τράβις εξασκείται στη σκοποβολή, ο Σκορσέζε τον πλησιάζει με μια γρήγορη εναλλαγή πλάνων όλο και πιο κοντινών, και ύστερα απομακρύνεται με το ίδιο εφέ αντίστροφα. Αυτές οι ασκήσεις ύφους εξυπηρετούν με αποτελεσματικότητα το σενάριο του Σραίηντερ, καθώς τα πλάνα με το αυτοκίνητο δηλώνουν τη μοναξιά του Τράβις μέσα στο ταξί του, σαν ένα μοναχικό πλοίο που ταξιδεύει μέσα σε έναν ωκεανό διαφθοράς. Στη σκηνή της σκοποβολής ο συμβολισμός γίνεται σεξουαλικός και τα απομακρυνόμενα πλάνα δηλώνουν την αχρηστία του Τράβις ως προς τα θηλυκά στοιχεία της ταινίας (Μπέτσυ, Ίρις).

Η πιο επιτυχημένη καλλιτεχνικά και εμπορικά ταινία του δημιουργού της, «Ο ταξιτζής», πολυσυζητημένος χρυσός φοίνικας στο φεστιβάλ των Καννών, χαρακτηρίστηκε από ορισμένους αμερικανούς κριτικούς σαν καθαρό αριστούργημα και πλέον θεωρείται η καλύτερη ταινία του 1976. Η ταμιακή επιτυχία του μπορεί να εξηγηθεί και από το γεγονός ότι χειρίζεται αριστοτεχνικά το θέμα της αυτοδικίας που ήταν φοβερά επίκαιρο εκείνη την εποχή, τόσο στην Αμερική όσο και στην Ευρώπη.

Mερικές ακόμα εικόνες πριν κλείσουμε την αναφορά μας στην πέμπτη μεγάλου μήκους ταινία του Σκορσέζε: Το ταξί να ξεκινάει ξερνώντας καπνό, πρώτο πλάνο της ταινίας, το σπέρμα ή το αίμα που αναγκάζεται καμιά φορά να καθαρίσει ο Τράβις από το πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου, το άθλιο διαμέρισμά του, η πορνεία, οι ταινίες πορνό κάτι τύποι που πετάνε σκουπίδια στο παρμπρίζ, οι μαύροι, μαστροποί ή ληστές, οι ομοφυλόφιλοι από την Καλιφόρνια, και η πόλη. «Ένας οχετός ανοιχτός στον ουρανό», όπως λέει ο Τράβις.

Βιβλιογραφία: Γιώργος Αραμπατζής/Κινηματογραφικό αρχείο 47  (Μάρτιν Σκορσέζε) “Εκδόσεις Αιγόκερως”