Πληροφορίες

Σκηνοθέτης: Arthur Penn
Σενάριο: David Newman, Robert Benton
Φωτογραφία: Burnett Guffey
Μουσική: Charles Strouse
Ηθοποιοί: Warren Beatty, Faye Dunaway, Michael J. Pollard, Gene Hackman, Estelle Parsons
Βραβεία: Η ταινία ήταν υποψήφια για 10 βραβεία Oscar μεταξύ των οποίων και αυτά για την καλύτερη ταινία και σκηνοθεσία. Βραβεύτηκε τελικά με τα Oscar Β’ γυναικείου ρόλου και φωτογραφίας. Επίσης είχε 7 υποψηφιότητες για χρυσές σφαίρες, κέρδισε το βραβείο σεναρίου από την ένωση κριτικών κινηματογράφου της Νέας Υόρκης κ.α.
Τοποθεσία: Η.Π.Α. 1967
Διάρκεια: 111’

Όλα ξεκίνησαν όταν μια μέρα, η Μπόνυ, μια ασήμαντη σερβιτόρα, συνάντησε τον Κλάιντ, έναν πρόσφατα αποφυλακιστέο μικροεγκληματία. Το παρελθόν του Κλάιντ δεν φεύγει από πάνω του και σύντομα ληστεύει ένα κατάστημα μετά από προτροπή της Μπόνυ. Κάπως έτσι δημιουργήθηκε ο πυρήνας της «συμμορίας Μπάροου». Αργότερα προστέθηκαν ένας μηχανικός αυτοκινήτων, ο αδερφός του Κλάιντ και η γυναίκα του. Τα ονόματά τους ήταν παντού στις εφημερίδες και η αστυνομίαείχε εξαπολύσει ανθρωποκυνηγητό για να τους σταματήσει. Όμως τίποτα δεν κρατάει για πάντα. Ο αδερφός του Κλάιντ τραυματίστηκε θανάσιμα σε μια έφοδο της αστυνομίας, ενώ η γυναίκα του τυφλώθηκε. Το τέλος του διάσημου διδύμου ήρθε όταν έπεσαν σε μια ενέδρα έπειτα από προδοσία.

Ποιοι ήταν όμως οι Μπόνυ και Κλάιντ;  Ένας εγκληματίας και μια σερβιτόρα. Αυτοί οι δύο κατάφεραν να γίνουν μόνιμος πονοκέφαλος της αστυνομίας τα χρόνια της δράσης τους, αλλά και να γίνουν σύγχρονοι “Ρομπέν των δασών”. Η οικονομική κρίση του ‘30, έφερε ανέχεια στον λαό και κατασχεμένη περιουσία στις τράπεζες.  Εύκολα καταλαβαίνει κανείς  την ψυχολογική κατάσταση του μέσου πολίτη της εποχής, όταν φτάσουν στο σημείο που δεν πάει άλλο, μονόδρομος είναι η εγκληματικότητα. Αν και ο λόγος για τον οποίο διάλεξαν να ζήσουν ληστεύοντας τράπεζες, δεν είναι τα χρήματα. Θέλουν να ξεφύγουν από την επίπεδη καθημερινότητα και τον θάνατο που τόσο τους τρομάζει  χτυπώντας τους συνεχώς την πόρτα, μέχρι να αποφασίσει να μπει ακάλεστος.    

Η Αμερική είναι ο τόπος των ευκαιριών, αλλά και ο τόπος όπου λατρεύονται οι εγκληματίες. Ανάμεσα στους εγκληματίες εξέχουσα θέση κατέχουν οι γκάνγκστερ. Οι Μπόνυ και Κλάιντ είναι κάτι παραπάνω από γκάνγκστερ, είναι ήρωες, πρότυπα που γαλούχησαν γενιές εφήβων, η οργή των καταπιεσμένων προσωποποιημένη. Το δίδυμο είναι μέρος της ιστορίας των ΗΠΑ και ενσαρκώνει μια μοντέρνα εκδοχή του προστάτη των φτωχών Ρομπέν των δασών. Εδώ φυσικά τον ρόλο του άπληστου μονάρχη έχουν οι τράπεζες και η συμμορία του Ρομπέν γίνεται η συμμορία Μπάροου. Βέβαια η συμμορία επιλέγει να κρατήσει τα περισσότερα χρήματα, αυτό όμως δεν εμποδίζει την κοινωνία να τάσσεται υπέρ τους, βλέποντας στα πρόσωπά τους  τα δικά τους πρόσωπα. Έχουν δηλαδή το θάρρος να κάνουν αυτό που όλοι σκέφτονται, αλλά συγχρόνως διστάζουν.     

Ο Κλάιντ είναι ίσως ο πιο κλειστός και σκοτεινός χαρακτήρας της ταινίας. Ξέρουμε πως αποφυλακίστηκε πρόσφατα και ξεστράτισε με την πρώτη ευκαιρία. Είναι ο συνδετικός κρίκος στην συμμορία και έχει έναν εμφανώς ηγετικό ρόλο. Από αυτόν ξεκίνησε η σπίθα που το αποτέλεσμά της ήταν πολλοί νεκροί, πολλά λεφτά, ακόμα περισσότερες σφαίρες και  ένας ανεξίτηλος θρύλος της σύγχρονης αμερικανικής κοινωνίας. Παρόλη την εμφάνιση και σιγουριά του στο προσκήνιο, δεν συμβαίνει το ίδιο και στην παρασκηνιακή του ζωή. Ο Κλάιντ αποτελεί το όργανο για την απομυθοποίηση του κυρίαρχου φύλου στην κοινωνία. Μακριά από τα επικριτικά βλέμματα, καταρρέει το περίβλημα του αρσενικού και ξεδιπλώνεται η πραγματικότητα. Μια πραγματικότητα πέρα από στερεότυπα και τις επιβεβλημένες απόψεις που αρνούνται να την δεχτούν.       

Η ταινία είναι γεμάτη βία, εξιστορώντας ταυτόχρονα την ιστορία ενός από τα διασημότερα ζευγάρια της σύγχρονης Αμερικής, με έναν δυναμισμό που την κατατάσσουν δικαίως σε μία από τις καλύτερες γκανγκστερικές ταινίες όλων των εποχών. Αυτή η χρήση ωμής βίας είναι που δημιούργησε πολλές συζητήσεις γύρω από αυτήν. Είναι η ταινία που άνοιξε τον δρόμο προς νέες εκφραστικές μεθόδους αντίθετες με αυτές που παρελθόντος. Αποτέλεσμα αυτής της πρωτόγνωρης βίας είναι ο θάνατος. Η συμμορία άφησε πίσω της πολλούς νεκρούς. Μπορεί να μην ήταν πολύ καλοί ληστές, αλλά ήταν πρόθυμοι να σκοτώσουν όποιον ένιωθαν ότι τους απειλούσε.  Έτσι εξασφάλισαν τα ονόματά τους  στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων και τις φωτογραφίες τους σε κάθε αστυνομικό τμήμα.    

Η ιστορία του Ρωμαίου και της Ιουλιέτας μεταφέρεται στην Αμερική στις αρχές του ‘30. Με το ζευγάρι να μάχεται την κοινωνία και την οικογένειά του, να κουβαλάνε αυτόματα αντί για τριαντάφυλλα και να πέφτουν μαζί νεκροί από τις σφαίρες της αστυνομίας στην θέση του δηλητηρίου. Το τέλος τους φαίνεται από νωρίς. Ο θάνατος φαίνεται να πλησιάζει συνεχώς και ας επιλέγουν να τον αγνοούν. Κανείς όμως δεν τα βάζει με μελλούμενα όσο και αν κλείνει τα αυτιά του. Το τέλος θα έρθει, όπως θα έρθει και η αρχή, μια νέα αρχή για να συνεχίσει ο κύκλος στον οποίο είμαστε όλοι μπλεγμένοι. Μπορεί να μην μπορούμε να βγούμε από τον κύκλο αλλά μπορούμε να επιλέξουμε όσο θα περιμένουμε  τον τελευταίο επισκέπτη.

Κείμενο: Γιώργος Στογιαννίδης (Μέλος Κ.Ο.Π.Ι.)