Πληροφορίες

Σκηνοθέτης: David Lynch
Σενάριο: David Lynch
Φωτογραφία: Frederick Elmes
Μουσική: Angelo Badalamenti
Ηθοποιοί: Dennis Hopper, Isabella Rossellini, Kyle MacLachlan, Jack Harvey, Brad Dourif, Fred Pickler, Laura Dern, Hope Lange, Dean Stockwell
Βραβεία: Η ταινία προτάθηκε για Όσκαρ καλύτερης σκηνοθεσίας και ήταν υποψήφια για τις χρυσές σφαίρες σεναρίου και β’ ανδρικού ρόλου. Επίσης, κέρδισε τα βραβεία καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, φωτογραφίας και β’ ανδρικού ρόλου από την ένωση κριτικών κινηματογράφου της Βοστόνης, μεγάλο βραβείο στο φεστιβάλ φανταστικού κινηματογράφου του Avoriaz κ.α.
Τοποθεσία: Η.Π.Α. 1986
Διάρκεια: 121’

Το περιεχόμενο της ταινίας είναι η κακότητα καθεαυτή, στην πιο καθαρή και απόλυτη μορφή της. Η ανάδειξη του «αρρωστημένου», της νοσηρότητας που μπορεί να κρύβεται πίσω από ένα ειδυλλιακό setting, είναι ο κύριος στόχος της ταινίας. Στόχος που επιτυγχάνεται όχι μόνο με την παραδοσιακή μέθοδο ενός φιλμ-νουάρ, μιας αστυνομικής νουβέλας, αλλά και με τις αντιθέσεις ανάμεσα στο καθημερινό και το ασυνήθιστο, το εφησυχαστικό και το φρικιαστικό, το γνωστό και το απόκοσμο. Αντιθέσεις με τις οποίες παίζει ο Λιντς με εξαιρετική ευκολία και μας δείχνουν πόσο ασαφή είναι τα όρια ανάμεσα στο Καλό και το Κακό. Όλα ξεκινούν όταν ένας νεαρός φοιτητής (Κάυλ ΜακΛάχλαν) ανακαλύπτει ένα κομμένο ανθρώπινο αυτί σε ένα χωράφι κοντά στο σπίτι του. Αυτό είναι η αρχή μιας σειράς αλλόκοτων γεγονότων που αποκαλύπτουν το άλλο πρόσωπο της ήσυχης πόλης. O φοιτητής απογοητευμένος από τη ραθυμία της τοπικής αστυνομίας, μαζί με την κόρη του αστυνόμου ξεκινούν τη δική τους έρευνα, αντικείμενο της οποίας είναι μια μυστηριώδης γοητευτική γυναίκα, που συνδέεται με ένα βίαιο και διεστραμμένο άνδρα. Η ταινία αφηγείται μια ιστορία βάναυση, σκληρή και ανυπόφορα βίαιη, όπου ένα κτήνος (Ντένις Χόπερ) κόβει το αυτί του συζύγου της όμορφης γυναίκας που την εποφθαλμιά (Ιζαμπέλα Ροσσελίνι) και την κρατά αιχμάλωτη για να ικανοποιεί τον ερωτικό του σαδισμό, που διεγείρεται με τη βοήθεια μιας μάσκας οξυγόνου, κρατώντας όμηρο και το παιδί της εκτός από το σύζυγο.

Η ταινία αρχίζει ειδυλλιακά, άσπροι φρεσκοβαμμένοι φράχτες, έντονα χρώματα, ηλιόλουστες μέρες, χαρούμενα γελαστά πρόσωπα, και τελειώνει ειδυλλιακά, σαν να μη συνέβη στο μεταξύ τίποτα το εφιαλτικό στη μικρή πόλη της Βόρειας Καρολίνας. Κι ωστόσο, πρόκειται για την περιγραφή ενός εφιάλτη τόσο τυπικά αμερικάνικου, αλλά και τόσο ρεαλιστικού, που μοιάζει πέρα για πέρα φανταστικός. Ο «καλός» αστυνομικός και ο «κακός» αστυνομικός, η χαζούλα και ασχημούλα κόρη του καλού αστυνομικού και ο αυτοσχέδιος ντεντέκτιβ φοιτητής (Κάυλ Μακ Λάχλαν), όλα, εν ολίγοις, αποτελούν μέρος μιας πραγματικότητας σκληρής τόσο, όσο το απαιτεί η πραγματικότητα και ανήθικης τόσο, όσο το θέλει ένας άσχημος, με την αισθητική έννοια, κόσμος. Παρά ταύτα, τούτος ο υποδειγματικά άσχημος από ηθική άποψη κόσμος εδώ είναι απίθανα όμορφος από αισθητική άποψη. Και η ομορφιά του τονίζεται συνεχώς από τη μουσική.

Πρόκειται για μία καταπληκτική ταινία, ένα ταξίδι μεταξύ ονείρου και εφιάλτη, όπου ο ήρωας μυείται στη σκληρή πραγματικότητα, περνώντας διά πυρός και σιδήρου μέσα από τις εμπειρίες της διαφθοράς και της κόλασης. Μέσα από αυτές τις οδυνηρές εμπειρίες αλλάζει, υφίσταται μια επώδυνη κάθαρση και τελικά βγαίνει αλώβητος και καθαρός.

Κείμενο: Βασίλης Ραφαηλίδης/Κινηματογραφικά τετράδια