Αν ζητάτε μια ταινία που να δίνει τη σωστή, αναγκαστικά πικρή, ιδιαίτερα σκληρή εικόνα του κόσμου του Χόλιγουντ, αυτή αναμφισβήτητα είναι η λεωφόρος της δύσεως του Μπίλι Γουάιλντερ. Εικόνα των φιλοδοξιών, της υπεροψίας, της ματαιοδοξίας, αλλά και των ψεμάτων, της υποκρισίας, μαζί και των γηρατειών και της τρέλας που μπορεί να οδηγήσει μέχρι και το φόνο, με τον Ευρωπαίο Γόυάιλντερ να χρησιμοποιεί το στυλ του φιλμ νουάρ για να το ξεπεράσει και να μας δώσει την τοιχογραφία μιας ολόκληρης κοινωνίας.
Κυνηγημένος από τους πιστωτές του, που θέλουν να του δημεύσουν το αυτοκίνητο, ο σεναριογράφος Τζο Γκίλις βρίσκει καταφύγιο στο γκαράζ ενός παλιού επιβλητικού μεγάρου στη λεωφόρο της δύσεως. Στη μισοερειπωμένη έπαυλη μένουν η Νόρμα Ντέσμοντ, μια ξεχασμένη δόξα του βωβού κινηματογράφου, και ένας παράξενος μπάτλερ, ο Μαξ, που κάποτε ήταν σύζυγος της και σκηνοθέτης. Η Νόρμα, που τρέφει φρούδες ελπίδες επιστροφής της στη μεγάλη οθόνη, εντυπωσιασμένη από τον Τζόε του προσφέρει δουλειά: Να χτενίσει ένα σενάριο της, τη Σαλώμη, με το οποίο ετοιμάζει την επιστροφή της στον κόσμο του κινηματογράφου. Ο άβουλος αλλά και άνεργος Τζόε δέχεται και εγκαθίσταται στο σπίτι της, σ’ ένα δωμάτιο πάνω από το γκαράζ. Η σχέση γρήγορα γίνεται καταπιεστική για τον Τζόε, που ανέχεται την καταπίεση και τις φαντασιώσεις της Νόρμα και μετατρέπεται σε ζιγκολό. Κάποιο βράδυ, το σκάει σ’ ένα στέκι της περιοχής και γνωρίζεται με την Μπέτι, μια όμορφη σεναριογράφο με καλή θέση σε μια κινηματογραφική εταιρία. Προσπαθούν να γράψουν μαζί ένα σενάριο και γρήγορα η σχέση τους γίνεται ερωτική. Ο Τζόε αποφασίζει να εγκαταλείψει οριστικά τη Νόρμα, αλλά αυτή, αφού αρχικά κάνει μια αποτυχημένη απόπειρα αυτοκτονίας, στη συνέχεια και όταν βεβαιώνεται ότι η απόφαση του είναι τελειωτική, τον σκοτώνει. Η Νόρμα τρελαίνεται και δίνει την τελευταία «παράσταση» της, την ώρα που τη συλλαμβάνει η αστυνομία.
Κορυφαίο δημιούργημα του είδους του αλλά και του Γουάιλντερ, η λεωφόρος της δύσεως θεωρείται το απαύγασμα της χρυσής εποχής του φιλμ νουάρ. Δομημένη πάνω σε αφήγηση off με την τεχνική των μεγάλων «φλας-μπάκ» (το φιλμ αρχίζει με την εικόνα του πτώματος του Τζο που επιπλέει στα νερά της πισίνας, ενώ μια σαρδώνεια αφήγηση του νεκρού σεναριογράφου μας εισάγει στην καρδιά του μύθου) και κινηματογραφημένη στην καλύτερη παράδοση του εξπρεσιονισμού (σκοτεινή, σκιώδης, ατμοσφαιρική φωτογραφία και γαλακτώδεις φωτισμοί), αποτελεί την καλύτερη ταινία που γυρίστηκε ποτέ για τον κόσμο του κινηματογράφου. Ο αναποφάσιστος άντρας, η μοιραία γυναίκα (σε πολλαπλά επίπεδα) και ο πιστός Μάξ συνθέτουν τα μέλη του πιο χαρακτηριστικού τριγώνου των ταινιών νουάρ. Η Γκλόρια Σουάνσον δημιουργεί ένα τύπο φαλλοκρατικής γυναίκας που ευνουχίζει τον αδύναμο άντρα, ανατρέποντας την τυπική σχέση άντρα- γυναίκας του φίλμ νουάρ. Υποδειγματικές ερμηνείες και σκηνοθετική δεξιοτεχνία, που μετατρέπει σε καυτό σχόλιο πάνω στο φθίνοντα κινηματογραφικό κόσμο κάθε σεναριακό υπαινιγμό.
Για το ρόλο της Νόρμα Ντέσμοντ επιλέχτηκε (από διάφορες υποψήφιες, όπως η Πόλα Νέγκρι και η Μέι Γουέστ) η Γκλόρια Σουάνσον, που αποδείχθηκε η ιδανική Νόρμα. Παλιά δόξα του βωβού, πρωταγωνίστρια σε διάφορα μελοδράματα, που σκηνοθετούσαν ο Σεσίλ ντε Μιλ (που εμφανίζεται στην ταινία ως ο υποψήφιος σκηνοθέτης της προετοιμαζόμενης ταινίας), ακόμη και ο Στρόχαϊμ (στην ταινία ο Γουάιλντερ χρησιμοποιεί αποσπάσματα από βωβές ταινίες της Σουάνσον, ανάμεσα τους και τη βασίλισσα Κέλι που σκηνοθέτησε ο Στρόχαϊμ), η Σουάνσον έδωσε στη Νόρμα την κράση και τη δύναμη που απαιτούσε ο ρόλος, σε σημείο που να γίνεται ένα με το ρόλο, έτσι που όταν λέει την περιβόητη φράση της «Δεν χρειαζόμαστε διάλογο – τότε είχαμε πρόσωπα», να μεταδίδει στο θεατη αυτό ακριβώς που μια μεγάλη σταρ όπως αυτή συμβόλιζε την εποχή του βωβού. Στο σχεδόν ερειπωμένο σπίτι της Νόρμα κινείται ένας κόσμος φαντασμάτων: ο πρώην σύζυγος της και νυν μπάτλερ και σοφέρ της (με τον άνεργο σκηνοθέτη Έρικ φον Σρόχαϊμ να συνθέτει ένα τραγικό πρόσωπο), που γράφει γράμματα από δήθεν θαυμαστές και τα στέλνει στη Νόρμα για να την πείσει ότι δεν την έχουν ξεχάσει, και ένας οικογενειακός φίλος που έρχεται κάθε τόσο για να παίξει χαρτιά, και που τον ερμηνεύει ο Μπάστερ Κίτον (άλλος τεράστιος δημιουργός, άνεργος του Χόλιγουντ).
Ο Μπίλι Γουάιλντερ βάζει βαθιά το νυστέρι του στους μύθους του Χόλιγουντ για να μας δώσει την καυστική, πικρόγλυκια εικόνα της Μέκκας του κινηματογράφου, αυτού του απέραντου ανθρωποφάγου «εργοστασίου των ονείρων», όπου εκείνο που πέρα κι από τον ίδιο τον άνθρωπο έχει σημασία είναι το χρήμα και το κέρδος. Εδώ ο Γουάιλντερ σατιρίζει έναν ολόκληρο κόσμο οδηγώντας μας πίσω από τα όνειρα και το γκλάμουρ για να μας δείξει την άλλη, την άσχημη κι απάνθρωπη πλευρά της βιομηχανίας του κινηματογράφου. Καθόλου τυχαία λοιπόν και η αναφορά του David Lynch (με την εμφάνιση της πινακίδας Sunset Boulevard), στην εναρκτήρια σεκάνς του δικού του δημιουργήματος πάνω στο Χόλιγουντ και τις ψευδαισθήσεις του, το αινιγματικό Mullholand Drive. Μια μοναδική και αθάνατη ταινία, η Λεωφόρος της δύσεως του Μπίλι Γουάιλντερ, αποτελεί ένα από τα σπάνια σπαρακτικά αριστουργήματα που μας έδωσε το «αληθινό» Χόλιγουντ.
Βιβλιογραφία: Στάθης Βαλούκος, Βασίλης Σπηλιόπουλος/ Το Φίλμ Νουάρ ” Εκδόσεις Νέα σύνορα-Α.Α.Λιβάνη”, Νίνος Φένεκ Μικελίδης/ Οι 100 καλύτερες ταινίες μου “Εκδόσεις Καστανιώτη”.